Κατηγορία: στήλες
Η λέξη της εβδομάδας (εβδομάδα 12, 2015)
Σκιτζής (ο)
(σκιτζήδες) (λαϊκ.) 1. αυτός που επιδιορθώνει παλιά ρούχα και παπούτσια ΣΥΝ. μπαλωματής 2. (μτφ) αυτός που είναι αδέξιος και απρόσεκτος στην τέχνη του, που δεν εμπνέει εμπιστοσύνη για το αποτέλεσμα της δουλειάς του ΣΥΝ. αλμπάνης – σκιτζήδικος, -η, -ο
ΕΤΥΜ: < τουρκ. eskici «παλαιοπώλης, μπαλωματής» < eski «παλιός»
Γ. Μπαμπινιώτη, Λεξικό της νέας Ελληνικής γλώσσας, Β΄ έκδοση, Γ΄ ανατύπωση 2006 εμπλουτισμένη – σελίδα 1608
Η λέξη της εβδομάδας (εβδομάδα 11, 2015)
Ορμέφυτος, -η, -ο
αυτός που προέρχεται από ένστικτο και όχι από λογική επεξεργασία – κυρ. το ουδέτ. ορμέφυτο (1805), ένστικτο – ορμεφύτως επίρρ. (1855).
Ετυμ.: <ορμή + έμφυτος, απόδ. του γαλλικού instinct (βλ.λ. ένστικτο).
Γ. Μπαμπινιώτη, Λεξικό της νέας Ελληνικής γλώσσας, Β΄ έκδοση, Γ΄ ανατύπωση 2006 εμπλουτισμένη – σελίδα 1277
Η λέξη της εβδομάδας (εβδομάδα 10, 2015)
(1820) η υποκριτική ευσέβεια , η προσποιητή εντιμότητα, το να ηθικολογεί κανείς, προκειμένου να αποκρύψει τα δικά του ελαττώματα, τις πραγματικές του προθέσεις
ΣΥΝ. Ιησουιτισμός, φαρισαϊσμός
Γ. Μπαμπινιώτη, Λεξικό της νέας Ελληνικής γλώσσας, Β΄ έκδοση, Γ΄ ανατύπωση 2006 εμπλουτισμένη – σελίδα 1742
Η λέξη της εβδομάδας (εβδομάδα 9, 2015)
αρχαιοπρ. Η τιμητική φήμη (κάποιου), η δόξα που προέρχεται από ηρωϊκά κατορθώματα: τους ενέπνευσε το ~ των προγόνων τους.
ΣΥΝ. εύκλεια, αίγλη, όνομα / ΑΝΤ. ασημότητα αφάνεια
Γ. Μπαμπινιώτη, Λεξικό της νέας Ελληνικής γλώσσας, Β΄ έκδοση, Γ΄ ανατύπωση 2006 εμπλουτισμένη – σελίδα 901
Καλό μήνα από την Περισκόπηση
Η λέξη της εβδομάδας (εβδομάδα 8, 2015)
[εν-όντος|-όντες (ούδετ. -όντα), -όντων (θηλ. -ουσών)] αυτός που υπάρχει (κάπου), που είναι διαθέσιμος σε δεδομένη στιγμή
κυρίως στη φράση εκ των ενόντων (ἐκ των ἐνόντων, Δημοσθ. “Περί στεφάνου – 256,9) από τα υπάρχοντα/από τους υπάρχοντες προς το παρόν, από όσα/όσους είναι διαθέσιμα/διαθέσιμοι: δεν έχουμε τη δυνατότητα να προσλάβουμε άλλους υπαλλήλους, η δουλειά θα βγει ~
[Ετυμ.: μτχ ενεστωτ. του αρχαίου ἔνειμι “βρίσκομαι εντός – είμαι παρών, διαθέσιμος” < ἐν – εἰμί “είμαι”].
Γ. Μπαμπινιώτη, Λεξικό της νέας Ελληνικής γλώσσας, Β΄ έκδοση, Γ΄ ανατύπωση 2006 εμπλουτισμένη – σελίδα 619
Η λέξη της εβδομάδας (εβδομάδα 7, 2015)
(αρχαιοπρ.) αυτός που έχει την ικανότητα να σκέπτεται ορθά και με σύνεση
ΣΥΝ.: συνετός, φρόνιμος, σώφρων, νουνεχής. ΑΝΤ.: ασύνετος, άφρων, άκριτος, απερίσκεπτος, – ευβούλως επίρρ. (μτγν.), ευβουλία (η) [αρχ.]
ΕΤΥΜΟΛ.: αρχ. <εὐ + -βουλος < βουλή “σκέψη, απόφαση”
Γ. Μπαμπινιώτη, Λεξικό της νέας Ελληνικής γλώσσας, Β΄ έκδοση, Γ΄ ανατύπωση 2006 εμπλουτισμένη – σελίδα 685
Η λέξη της εβδομάδας (εβδομάδα 6, 2015)
ρ. αμτβ. απρόσ. (παρακ. επέπρωτο) (αρχαιοπρ.)
Έχει καθοριστεί από τη μοίρα, πρόκειται να συμβεί χωρίς τίποτε να μπορεί να το σταματήσει.
Επέπρωτο να το ζήσουμε και αυτό ΣΥΝ.: είναι γραμμένο
[ΕΤΥΜ.: αρχ. βλ.λ. πεπρωμένο]
Γ. Μπαμπινιώτη, Λεξικό της νέας Ελληνικής γλώσσας, Β΄ έκδοση, Γ΄ ανατύπωση 2006 εμπλουτισμένη – σελίδα 1374