Κατηγορίες
στήλες

Η λέξη της εβδομάδας (εβδομάδα 13, 2015)

libri3Αμνήμων, -ων, άμνημον (αρχ.)

{αμνήμ-ονος, -ονα | -ονες (ουδ. –ονα)  1.αυτός που δεν έχει ισχυρή μνήμη 2. αυτός που λησμονεί τις ευεργεσίες που δέχθηκε: φάνηκε ~ απέναντι στον ευεργέτη του.

ΣΥΝ.: επιλήσμων, αγνώμων, αχάριστος

ΑΝΤ.: ευγνώμων

αμνημοσύνη (η)

Γ. Μπαμπινιώτη, Λεξικό της νέας Ελληνικής γλώσσας, Β΄ έκδοση, Γ΄ ανατύπωση 2006 εμπλουτισμένη – σελίδα 138