Η ομιλία στη Βουλή του πρόεδρου της ΔΗΜΑΡ και Kοινοβουλευτικού Eκπροσώπου της Δημοκρατικής Συμπαράταξης, Θανάση Θεοχαρόπουλου, προς τον Επίτροπο της Ευρωπαϊκής Ένωσης, κ. Μοσκοβισί:
“Κύριε Μοσκοβισί, θα ήθελα, με τη σειρά μου, να σας καλωσορίσω και πάλι στην χώρα μας. Έρχεστε, αυτή τη φορά, σε μια κρίσιμη καμπή τόσο για την Ελλάδα όσο και για την Ευρωπαϊκή Ένωση. Σε μια στιγμή όπου έχουμε και την πρόσφατη απόφαση του Eurogroup.
Μας είχατε ευχηθεί, κατά την προηγούμενη επίσκεψή σας, «να επανέλθει η χώρα μας στην κανονικότητα, με όλα τα δικαιώματα που συνοδεύουν τα δικαιώματα των χωρών στην Ευρωζώνη». Δεν έχει συμβεί αυτό.
Και υπάρχει μεγάλος πλούτος στην ελληνική γλώσσα, δεν θα μαλώσουμε πώς θα βαφτίσουμε τα νέα μέτρα και τις νέες δεσμεύσεις της χώρας. Σας άκουσα να λέτε ότι δεν υπάρχει τέταρτο μνημόνιο. Οι δεσμεύσεις όμως που στην ίδια ομιλία είπατε ότι υπάρχουν για την χώρα μας για τα επόμενα χρόνια, η μείωση των συντάξεων, η μείωση του αφορολόγητου, τα υπερβολικά πρωτογενή πλεονάσματα, πώς να τα ονομάσουμε; Διαρκής λιτότητα; Διαρκές μνημόνιο; Όπως θέλετε, αλλά εν πάση περιπτώσει να πούμε την αλήθεια και στην Ε.Ε. και στον ελληνικό λαό.
Δεν δημιουργούνται οι προϋποθέσεις σήμερα να ανοίξει ένα νέο κεφάλαιο για την Ελλάδα. Η μονομερής λιτότητα παραμένει. Οι στόχοι των δυσθεώρητων πρωτογενών πλεονασμάτων δεν αφήνουν περιθώριο για βιώσιμη ανάπτυξη και κοινωνική συνοχή. Η καθημερινότητα των Ελλήνων περιλαμβάνει πολλά δυσβάσταχτα μέτρα. Ένα τεχνητό success story δεν θα λύσει κανένα πρόβλημα.
Κύριε Μοσκοβισί, η Δημοκρατική Συμπαράταξη, το Κίνημα Αλλαγής είναι ο εκπρόσωπος της ευρωπαϊκής σοσιαλδημοκρατίας στην χώρα μας. Η ευρωπαϊκή σοσιαλδημοκρατία χρειάζεται να δει τα πράγματα όπως έχουν. Τα πρωτογενή πλεονάσματα των 3,5% -είμαι σίγουρος πως θα συμφωνήσετε κι εσείς σε αυτό- για τα επόμενα χρόνια είναι ένα δυσθεώρητο βάρος και δεν έχουν καμία σχέση με προοδευτικές σοσιαλδημοκρατικές πολιτικές. Το ότι η λιτότητα τροφοδοτεί την ανάπτυξη είναι μια ακραία νεοφιλελεύθερη ατζέντα, η οποία δεν πρέπει και δεν έχει καμία σχέση με τη σοσιαλδημοκρατία.
Το θέμα είναι να ανοίξει ένα νέο κεφάλαιο για την χώρα. Τι χρειάζεται; Ένα αναπτυξιακό σοκ πρώτα-πρώτα. Και για το σοκ αυτό απαιτείται σχέδιο. Ένα σχέδιο βιώσιμης ανάπτυξης. Και στο πλαίσιο αυτό, και η Ευρωπαϊκή Επιτροπή οφείλει επιτέλους να λάβει σημαντικές πρωτοβουλίες. Αλλά πώς θα υπάρξει το αναπτυξιακό σοκ, όταν μειώνουμε συνεχώς την αγοραστική δύναμη των καταναλωτών; Διότι όλες αυτές οι μειώσεις, όλα όσα συμβαίνουν στην οικονομία, δημιουργούν στο τέλος έναν φαύλο κύκλο ύφεσης και ανεργίας. Δεν μπορούμε να βγούμε από την κρίση, αν δεν δημιουργηθούν συνθήκες βιώσιμης ανάπτυξης.
Αναφερθήκατε στην κρίση του ελληνικού χρέους. Πράγματι, είναι μια μοναδική περίπτωση συνδυασμού κρίσης, δημοσιονομικού ελλείμματος, ανταγωνιστικότητας και παραγωγής. Μια κρίση, κατά την οποία δοκιμάστηκε η οικονομική διακυβέρνηση της ευρωζώνης, που παρουσίαζε έλλειψη κατάλληλων εργαλείων και μηχανισμών. Σας το λέμε εμείς που είμαστε αταλάντευτα ευρωπαϊστές, και δεν αλλάζουμε την θέση μας αναλόγως της εξουσίας. Και τώρα και πριν βλέπαμε την Ευρωπαϊκή Επιτροπή με τον ίδιο τρόπο, ως σύμμαχο, αλλά ασκώντας κριτική στα προβλήματα τα οποία υπήρχαν σε σχέση με μια πολιτική δογματικής λιτότητας. Δεν πάμε από το ένα άκρο στο άλλο, όπως είδαμε σήμερα να γίνεται από την πλευρά της κυβέρνησης. Από την πλευρά της τρόικας της κακής στην πλευρά του απόλυτου σύμμαχου χωρίς καμία, έστω καλοπροαίρετη, κριτική.
Να μιλήσω όμως για το ελληνικό χρέος. Όσον αφορά την πρόσφατη ρύθμιση του χρέους, κύριε Μοσκοβισί, η μακροπρόθεσμη βιωσιμότητά του δεν είναι εξασφαλισμένη. Τα εργαλεία για τη μακροπρόθεσμη διευθέτηση του χρέους, που μόλις πέρυσι, στο Εurogroup του 2017 υπήρχαν έχουν πλέον απομακρυνθεί. Δεν είναι μόνο αυτό όμως. Η Ελλάδα παραμένει με το στίγμα της ‘ειδικής περίπτωσης’. Η χώρα δεσμεύεται με τη διατήρηση υπερβολικά υψηλών πρωτογενών πλεονασμάτων, 3,5% για πέντε χρόνια και 2,2% μέχρι το 2060. Η γαλλική πρόταση, η οποία ήταν μια ορθή πρόταση, για αυτόματη σύνδεση των μέτρων για το χρέος με τον ρυθμό ανάπτυξης εξαϋλώθηκε μέσα σ’ έναν χρόνο. Δεν ακούσαμε τίποτα γι’ αυτό.
Πού βρίσκεται το ‘ευρωπαϊκό κεκτημένο’ μέσα σ’ όλα αυτά; Που είναι το κοινοτικό κεκτημένο στα εργασιακά; Στην χώρα μας διευρύνονται και σήμερα οι υποαμοιβόμενες και ευέλικτες μορφές απασχόλησης και η εργασιακή ανασφάλεια επικρατεί παντού.
Η Ελλάδα, όμως, μετά την κρίση, προϋποθέτει και μια ευρωζώνη μετά την κρίση.
Και επειδή μίλησα για εργασιακά, πραγματικά μου δημιουργήθηκε μια απορία. Στις διαπραγματεύσεις με την ελληνική κυβέρνηση πιθανόν δεν σας μεταφέρεται πλήρως η εικόνα που υπάρχει αυτή τη στιγμή στον ελληνικό λαό, στην κοινωνία. Υπάρχει αύξηση της φτώχειας, αύξηση των ανισοτήτων, καθεστώς εργασιακής ανασφάλειας. Και το πρόβλημα της ανεργίας δεν έχει λυθεί, αλλά στην πραγματικότητα έχει διογκωθεί.
Αυτή η κατάσταση λοιπόν είναι αρκετά δύσκολη. Σας άκουσα να λέτε για τις 450 μεταρρυθμίσεις που είχε το τρίτο μνημόνιο. Στις 450 αυτές μεταρρυθμίσεις μάλλον βάζετε όλες τις μειώσεις, τις περικοπές, όλα τα μέτρα λιτότητας. Έχει χάσει και η κάθε λέξη το νόημα της. Μεταρρυθμίσεις δεν είναι ούτε οι απλές ρυθμίσεις ούτε η απορρύθμιση εργασιακών ή άλλων δικαιωμάτων. Μεταρρυθμίσεις είναι να αλλάξουμε δομικά ένα σύστημα και σε αυτά χρειάζεται να γίνει πολλή δουλειά από τη χώρα μας σε συνεργασία με τους ευρωπαίους εταίρους μας και με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή.
Σας άκουσα επίσης να αναφέρεστε στην κρίση των ελλειμμάτων, τα δίδυμα ελλείμματα που έφεραν την κρίση. Πράγματι η κρίση έφερε τα μνημόνια και όχι τα μνημόνια την κρίση. Και σε αυτό θα πρέπει επιτέλους να συμφωνήσουμε στην χώρα μας και στην Ε.Ε.
Χρειάζεται αλλαγή πολιτικής και στην Ε.Ε. και στη χώρα μας. Κύριε Μοσκοβισί είστε, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή είναι ο ένας από τους εταίρους, του θεσμούς, την τρόικα ή το κουαρτέτο, όπως θέλει να σας ονομάσει η κυβέρνηση, είστε η μια πλευρά σε αυτή τη διαδικασία. Το ΔΝΤ σας πίεζε στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή για χαμηλότερα πλεονάσματα, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή διαβάζαμε ότι ήθελε υψηλότερα πλεονάσματα για να διασφαλίσει την βιωσιμότητα του δημοσίου χρέους. Είμαστε απέναντι σε μια τέτοια πολιτική τόσο υψηλών πρωτογενών πλεονασμάτων γιατί θεωρούμε ότι δεσμεύει τη χώρα για όλα τα επόμενα χρόνια. Σε αυτά θα πρέπει να συνεννοηθούμε. Αυτά θα πρέπει να γίνουν κτήμα και της Ευρώπης της προοδευτικής, σοσιαλδημοκρατικής Ευρώπης και της χώρας μας. Σε αυτή την κατεύθυνση την προοδευτική θα πρέπει να πάει η Ευρώπη και όχι στο άρμα συντηρητικών πολιτικών που δεν δίνουν λύση για το αύριο.”