Κατηγορίες
στήλες

Η λέξη της εβδομάδας (εβδομάδα 13,2016)

libri3Προτερόχρονος, -η, -ο

  1. αυτός που προηγείται χρονικά κάποιου άλλου
  2. προτερόχρονο (το), το χρονικό διάστημα που ακολουθείται από κάποιο άλλο: το επίρρημα «προηγουμένως» δηλώνει το ~ ενώ το «κατόπιν» δηλώνει το υστερόχρονο.

Γ. Μπαμπινιώτη, Λεξικό της νέας Ελληνικής γλώσσας, Β΄ έκδοση, Γ΄ ανατύπωση 2006 εμπλουτισμένη – σελίδα 1502