Δεκαπενταύγουστος, λοιπόν! Η μεγάλη γιορτή της Παναγιάς και της πόλης της Αλεξάνδρειας όμως. Του πανηγυριού. Του δικού μας πανηγυριού!
Μ’ αυτό μεγαλώσαμε και ‘μείς και γενιές πριν από μας. Με τα καλά του και τα στραβά του. Αλλά με τις αναμνήσεις ζωντανές στο μυαλό μας. Με τους πλανόδιους βιβλιοπώλες που κοιμόντουσαν στα φορτηγάκια τους την νύχτα, με τον γορίλα-γορίλα, με τον γύρο του θανάτου και τα συγκρουόμενα, με τους πλανόδιους να παίζουν τις κασέτες τους στη διαπασών, με τους δεκάδες μικροεμπόρους να γεμίζουν τον χώρο του αυλόγυρου της Εκκλησιάς της Παναγίας. Με το μαλλί της γριάς και τον χαλβά Φαρσάλων ως τους λουκουμάδες του Κώστα απέναντι από το ΚΤΕΛ. Ναι, με τα λεωφορεία να μην μπορούν να περάσουν από την κοσμοπλημμύρα!
Στην πορεία των χρόνων η αίγλη του πανηγυριού χάθηκε. Άλλαξαν οι καιροί, οι συνήθειες, ο τρόπος ζωής και σκέψης. Ήταν άλλωστε η εποχή της άπλας, όπως εύστοχα σημειώνει κι ένας φίλος. Γεμίσαμε ψεύτικο χρήμα, εξοχικά στην Λεπτοκαρυά, διακοπές σε κάθε γωνιά του πλανήτη και βέβαια τραπεζοκαθίσματα…
Η εποχή της βόλτας από τον πεζόδρομο ως του Μοραΐτη με τον πασατέμπο ήταν μπανάλ… Ο δημόσιος χώρος καταλήφθηκε. Ήταν must πλέον να κάτσεις στα μαγαζιά.
Το πανηγύρι μας τα επόμενα χρόνια, έφυγε από τον ιστορικό του χώρο, πήγε αλλού και το κέντρο ερήμωσε. Σήμερα κανείς δεν ξέρει αν γίνεται κιόλας…
Οι εποχές όμως άλλαξαν πάλι. Ήρθε η κρίση. Οι πολίτες άλλαξαν τις συνήθειες τους. Λόγω ανάγκης κι όχι λόγω επιλογής.
Και τώρα τι;
Το διατηρούμε το πανηγύρι ως έχει; Το καταργούμε; Ή το θέλουμε ξανά στον φυσικό του χώρο;
Χρόνια πολλά σε όλους!