Κατηγορίες
Περισκόπηση στήλες

Η λέξη της εβδομάδας (εβδομάδα 39, 2018)

ΠΕΡΙΣΚΟΠΗΣΗΕρματισμός (ο) [1858]

η πρόσθεση βάρους στο κύτος σκάφους για την εξασφάλιση μεγαλύτερης σταθερότητας κατά την πλεύση
επίσης: ερμάτιση (η) – ερματίζω ρ. (αρχ.)

Γ. Μπαμπινιώτη, Λεξικό της νέας ελληνικής γλώσσας (β΄ έκδοση, γ΄ ανατύπωση 2006), σελίδα 672

Κατηγορίες
Περισκόπηση στήλες

Η λέξη της εβδομάδας (εβδομάδα 38, 2018)

ΠΕΡΙΣΚΟΠΗΣΗΞιφουλκώ

ρ. αμετβ. {ξιφουλκείς…. | ξιφούλκησα}

1. τραβώ το ξίφος από τη θήκη του ΣΥΝ.: ξεσπαθώνω
2. (μτφ) κάνω έντονο διάλογο με κάποιον “ξιφούλκησαν οι δυο βουλευτές χτες στη Βουλή με αφορμή το επίμαχο νομοσχέδιο” – ξιφούλκηση (η)

ΕΤΥΜ.: αρχ. Ξιφουλκός < ξίφος + -ουλκός < ἕλκω

Γ. Μπαμπινιώτη, Λεξικό της νέας ελληνικής γλώσσας (β΄ έκδοση, γ΄ ανατύπωση 2006), σελίδα 1227

 

 

Κατηγορίες
Περισκόπηση στήλες

Η λέξη της εβδομάδας (εβδομάδα 37, 2018)

ΠΕΡΙΣΚΟΠΗΣΗΑπροσχημάτιστος, -η, -ο

(λογ.) αυτός που γίνεται χωρίς προσχήματα, χωρίς να υπάρχει έστω μια φαινομενική δικαιολογία:
οι δηλώσεις του πρέσβη αποτελούν ~ επέμβαση στα εσωτερικά άλλης χώρας || ~ πρόκληση
ΣΥΝ.: απροκάλυπτος – απροσχημάτιστα (επιρρ.)

Γ. Μπαμπινιώτη, Λεξικό της νέας Ελληνικής γλώσσας, Β΄ έκδοση, Γ΄ ανατύπωση 2006 εμπλουτισμένη – σελίδα 265

 

 

 

Κατηγορίες
Περισκόπηση στήλες

Η λέξη της εβδομάδας (εβδομάδα 36, 2018)

ΠΕΡΙΣΚΟΠΗΣΗΠράσινη ανάπτυξη (η)

η οικονομική ανάπτυξη μέσα από διαδικασίες που δεν επιδεινώνουν τα ήδη υφιστάμενα προβλήματα του περιβάλλοντος. Στο βασικό πυρήνα της βρίσκεται κατά κύριο λόγο η προστασία του περιβάλλοντος μέσα από τη χρήση ήπιων μορφών ενέργειας σε κάθε επίπεδο και δράση.

Πρόκειται για μια σειρά διαδικασιών που συνήθως σχετίζονται με τους αγγλικούς όρους “green growth” και “sustainable development”

 

 

Κατηγορίες
Περισκόπηση στήλες

Η λέξη της εβδομάδας (εβδομάδα 35, 2018)

ΠΕΡΙΣΚΟΠΗΣΗθυμέλη (η) (στην αρχαιότητα)

1. ο βωμός, το θυσιαστήριο
2. (ειδικ.) ο βωμός του Διονύσου, που ήταν τοποθετημένος στο κέντρο της ορχήστρας του θεάτρου.
θυμελικός, -η, -ο (μτγν.)

ΕΤΥΜ.: αρχ. θ. θυ- (θύω) + -μέλη, πβ θε-μέλιον

Γ. Μπαμπινιώτη, Λεξικό της νέας Ελληνικής γλώσσας, Β΄ έκδοση, Γ΄ ανατύπωση 2006 εμπλουτισμένη – σελίδα 761

Κατηγορίες
Περισκόπηση στήλες

Η λέξη της εβδομάδας (εβδομάδα 34, 2018)

ΠΕΡΙΣΚΟΠΗΣΗΚακέκτυπος, -η, -ο (1889)

1. (για έντυπα) αυτός που παρουσιάζει λάθη και ελλείψεις κατά την εκτύπωση ΣΥΝ. Κακοτυπωμένος

2. (ειδικότ.) κακέκτυπο (το) γραμματόσημο που παρουσιάζει σημαντικές παραλλαγές από τον κανονικό τύπο στο χρώμα, στην εικόνα κλπ οι οποίες οφείλονται σε λάθη κατά την εκτύπωση και για τον λόγο αυτό έχει μεγάλη συλλεκτική αξία.

3. (μτφ) αυτός που δεν μιμείται με επιτυχία το πρότυπό του: το εκπαιδευτικό σύστημα που εφαρμόστηκε, ήταν ~ αντίγραφο αντίστοιχων ευρωπαϊκών.

ΕΤΥΜ.: < κακ(ο) + έκτυπος

Γ. Μπαμπινιώτη, Λεξικό της νέας Ελληνικής γλώσσας, Β΄ έκδοση, Γ΄ ανατύπωση 2006 εμπλουτισμένη – σελίδα 809

Κατηγορίες
Περισκόπηση στήλες

Η λέξη της εβδομάδας (εβδομάδα 32, 2018)

ΠΕΡΙΣΚΟΠΗΣΗλογοκόπος (ο / η)

πρόσωπο που λέει πολλά και μεγάλα λόγια κενά περιεχομένου, που δίνει πολλές υποσχέσεις χωρίς να τις τηρεί
ΣΥΝ.: λογάς
λογοκοπία (η) [1889] κ. λογοκόπημα (το) [1889], λογοκοπώ ρ. μεσν. (-εις)

ΕΤΥΜ.: < λογο- + κόπος < κόπτω (π.β. μεσν. λογοκοπῶ)

Γ. Μπαμπινιώτη, Λεξικό της νέας Ελληνικής γλώσσας, Β΄ έκδοση, Γ΄ ανατύπωση 2006 εμπλουτισμένη – σελίδα 1019

Κατηγορίες
Περισκόπηση στήλες

Η λέξη της εβδομάδας (εβδομάδα 31, 2018)

ΠΕΡΙΣΚΟΠΗΣΗεμμονή (η)

[αρχ.] 1. η σταθερή και αμετακίνητη προσήλωση σε πεποίθηση ή στάση (συνήθ. παρά τις αρνητικές συνθήκες): έδειξε μεγάλη ~ στην υποστήριξη της πρότασής αυτής || η ~ του στο θέμα καταντά παρεξηγήσιμη
ΣΥΝ.: επιμονή, ΑΝΤ.: χαλαρότητα, αδιαφορία, υπαναχώρηση, διαλλακτικότητα

2. (συνεκδ.) η ίδια πίστη ή στάση κλπ στην οποία εμμένει κανείς: δεν μπορεί να απαλλαγεί από τις ~ του.

ΣΧΟΛΙΟ: λ. μένω
ΕΤΥΜ: αρχ. < ἐμμένω

Γ. Μπαμπινιώτη, Λεξικό της νέας Ελληνικής γλώσσας, Β΄ έκδοση, Γ΄ ανατύπωση 2006 εμπλουτισμένη – σελίδα 595

 

 

Κατηγορίες
Περισκόπηση

Η λέξη της εβδομάδας (εβδομάδα 30,2018)

ΠΕΡΙΣΚΟΠΗΣΗδιαρθρωτικός, -ή, -ό [μτγν.]

1. αυτός που σχετίζεται με τη διάρθρωση
2. (ειδικότ.) αυτός που προχωρεί σε βάθος, που αγγίζει την ίδια τη δομή, την οργάνωση συστήματος: για να καταπολεμηθεί η γραφειοκρατεία χρειάζονται ~ αλλαγές || ~ παρεμβάσεις / μέτρα / Ταμείο.

Γ. Μπαμπινιώτη, Λεξικό της νέας Ελληνικής γλώσσας, Β΄ έκδοση, Γ΄ ανατύπωση 2006 εμπλουτισμένη – σελίδα 491

Κατηγορίες
στήλες

Η λέξη της εβδομάδας (εβδομάδα 29, 2018)

ΠΕΡΙΣΚΟΠΗΣΗΑνείπωτος, -η, -ο

αυτός που δεν μπορεί να εκφραστεί με λόγια, να περιγραφεί με λέξεις. ΣΥΝ.: απερίγραπτος, ανέκφραστος, άφατος. – ανείπωτα (επίρρ.)

ΕΤΥΜ.: < αν- στερητ. + θέμ. ἐιπ- από όπου και αόρ. Β’ εἶπον, ρ. λέγω

Γ. Μπαμπινιώτη, Λεξικό της νέας Ελληνικής γλώσσας, Β΄ έκδοση, Γ΄ ανατύπωση 2006 εμπλουτισμένη – σελίδα 178