εάν θέλετε να λαμβάνετε κάθε πρωί ένα επίκαιρο σκίτσο του ΚΥΡ μπείτε ΕΔΩ & γράψτε την ηλεκτρονική σας διεύθυνση
Κατηγορία: στήλες
Η λέξη της εβδομάδας (εβδομάδα 9, 2016)
κακέμφατος, -η, -ο (λογ.)
- (λόγος) που προξενεί άσχημη εντύπωση, που έχει κακή σημασία ΣΥΝ. απρεπής, άσεμνος, αισχρός
- κακέμφατο (το) η χρήση στον λόγο λέξεων ή συλλαβών, από τη συνεκφορά των οποίων προκύπτει αισχρό ή διφορούμενο νόημα
ΣΧΟΛΙΟ λ. κακόσημος
[ΕΤΥΜ: μτγν < κακ(ο) + -έμφατος < ἐμφαίνω]
Γ. Μπαμπινιώτη, Λεξικό της νέας Ελληνικής γλώσσας, Β΄ έκδοση, Γ΄ ανατύπωση 2006 εμπλουτισμένη – σελίδα 809
Καλό μήνα από την Περισκόπηση
Ένα σκίτσο τη βδομάδα… (εβδομάδα 8, 2016)
εάν θέλετε να λαμβάνετε κάθε πρωί ένα επίκαιρο σκίτσο του ΚΥΡ μπείτε ΕΔΩ & γράψτε την ηλεκτρονική σας διεύθυνση
Η λέξη της εβδομάδας (εβδομάδα 8, 2016)
Αμφίγνωμος, -η, -ο [μτγν.]
αυτός που ταλαντεύεται ανάμεσα σε δυο γνώμες, που δεν έχει ξεκαθαρισμένη άποψη
ΣΥΝ. δίβουλος, δίγνωμος, αμφιταλαντευόμενος – αμφιγνωμία (η)
Γ. Μπαμπινιώτη, Λεξικό της νέας Ελληνικής γλώσσας, Β΄ έκδοση, Γ΄ ανατύπωση 2006 εμπλουτισμένη – σελίδα 143
Ένα σκίτσο τη βδομάδα… (εβδομάδα 7, 2016)
εάν θέλετε να λαμβάνετε κάθε πρωί ένα επίκαιρο σκίτσο του ΚΥΡ μπείτε ΕΔΩ & γράψτε την ηλεκτρονική σας διεύθυνση
Η λέξη της εβδομάδας (εβδομάδα 7, 2016)
Αφερματίζω
ρ. μτβ. [1858] (αφερμάτισ-α, -τηκα, -μένος] αφαιρώ από ένα πλοίο το έρμα
[ΕΤΥΜ.: < αφ-(<από) + -ερματίζω (<έρμα, -ατος) μεταφρ. δάνειο από το γαλλ. délester)
Γ. Μπαμπινιώτη, Λεξικό της νέας Ελληνικής γλώσσας, Β΄ έκδοση, Γ΄ ανατύπωση 2006 εμπλουτισμένη – σελίδα 325
Ένα σκίτσο τη βδομάδα… (εβδομάδα 6, 2016)
εάν θέλετε να λαμβάνετε κάθε πρωί ένα επίκαιρο σκίτσο του ΚΥΡ μπείτε ΕΔΩ & γράψτε την ηλεκτρονική σας διεύθυνση
Η λέξη της εβδομάδας (εβδομάδα 6, 2016)
Νεοαποικιοκρατία (η)
1. η πολιτική και οικονομική κυριαρχία που ασκούν ανεπτυγμένα κράτη εις βάρος ανεξάρτητων τώρα και αναπτυσσόμενων κρατών του Τρίτου Κόσμου, πρώην αποικιών τους, είτε με τον έλεγχο των κυβερνήσεών τους είτε με την εκμετάλλευση της οικονομικής και τεχνολογικής τους καθυστέρησης προς όφελός τους.
2. η επέκταση της πολιτικής και οικονομικής επιρροής ανεπτυγμένων κρατών σε νέες γεωγραφικές περιοχές. Επίσης νεοαποικισμός (ο) – νεοαποικιοκρατικός, -ή, -ό
[ΕΤΥΜ: Μεταφρ. δάνειο από γαλλ. néocolonialisme (νόθο συνθ.)]
Γ. Μπαμπινιώτη, Λεξικό της νέας Ελληνικής γλώσσας, Β΄ έκδοση, Γ΄ ανατύπωση 2006 εμπλουτισμένη – σελίδα 1176
Ένα σκίτσο τη βδομάδα… (εβδομάδα 5, 2016)
εάν θέλετε να λαμβάνετε κάθε πρωί ένα επίκαιρο σκίτσο του ΚΥΡ μπείτε ΕΔΩ & γράψτε την ηλεκτρονική σας διεύθυνση