Κατηγορίες
στήλες

Το τραγούδι της εβδομάδας (εβδομάδα 36, 2017)

Κατηγορίες
στήλες

Η λέξη της εβδομάδας (εβδομάδα 36, 2017)

Αστάθμητος, -η, -ο

1. (κυριολ.) αυτός που δεν ζυγίστηκε, αζύγιστος
2. (μτφ) αυτός που δεν μπορεί να υπολογιστεί ή να προβλεφθεί: ~ παράγοντες / συμπεριφορές

ΑΝΤ. Σταθμητός, σταθμήσιμος.
[ΕΤΥΜ: αρχ. ἀ – στερητ. + σταθμῶ < στάθμη]

Γ. Μπαμπινιώτη, Λεξικό της νέας Ελληνικής γλώσσας, Β΄ έκδοση, Γ΄ ανατύπωση 2006 εμπλουτισμένη – σελίδα 298

Κατηγορίες
στήλες

Ένα σκίτσο τη βδομάδα…. (εβδομάδα 35, 2017)

Εάν θέλετε να λαμβάνετε κάθε πρωί ένα επίκαιρο σκίτσο του ΚΥΡ μπείτε ΕΔΩ & γράψτε την ηλεκτρονική σας διεύθυνση

Κατηγορίες
στήλες

Το τραγούδι της εβδομάδας (εβδομάδα 35, 2017)

Κατηγορίες
στήλες

Η λέξη της εβδομάδας (εβδομάδα 35, 2017)

Κατάσχεση (η) {-ης κ. -έσεως | -έσεις, -έσεων}

ΝΟΜ. Διαδικαστική πράξη με την οποία περιουσιακά στοιχεία του οφειλέτη δεσμεύονται υλικά και νομικά κατά τους κανόνες της δικονομίας, προκειμένου να εκλπειστηριαστούν και από το πλειστηρίασμα να ικανοποιηθεί η απαίτηση του δανειστή: αναγκαστική / συντηρητική / προσωρινή ~ || ~ περιουσίας / εντύπου / φορτίου / πλοίου / αυτοκινήτου / εισπράξεων / ακινήτου || κάνω / ενεργώ / ζητώ / επιβάλλω / διατάζω / αναστέλλω / προβαίνω σε ~

ΕΤΥΜ.: αρχ. Κατάσχεσις “περιορισμός, συγκράτηση < κατέχω (από το θ. Του αορ. Β’ “κατέσχον – κατάσχ-ω). Η σημ. “κατοχή” είναι μεταγν και πρωτοαπαντά στους Εβδομήκοντα (λ.χ. Π.Δ. Λευϊτικόν 25.25)

Γ. Μπαμπινιώτη, Λεξικό της νέας Ελληνικής γλώσσας, Β΄ έκδοση, Γ΄ ανατύπωση 2006 εμπλουτισμένη – σελίδα 863

Κατηγορίες
Περισκόπηση στήλες

Καλό μήνα από την Περισκόπηση

Κατηγορίες
στήλες

Το τραγούδι της εβδομάδας (εβδομάδα 34, 2017)

Κατηγορίες
στήλες

Η λέξη της εβδομάδας (εβδομάδα 34, 2017)

Οιωνοσκοπία (η)

{οιωνοσκοπιών} η παρατήρηση και η ερμηνεία των οιωνών (βλ.λ.) για την πρόβλεψη του μέλλοντος – οιωνοσκόπος (ο) [αρχ.], οιωνοσκοπικός, -η, -ο [μτγν.]
ΕΤΥΜ.: μτγν. < αρχ. οἰωνοσκόπος < οἰωνός + -σκόπος < σκοπῶ “παρατηρώ προσεκτικά”

Γ. Μπαμπινιώτη, Λεξικό της νέας Ελληνικής γλώσσας, Β΄ έκδοση, Γ΄ ανατύπωση 2006 εμπλουτισμένη – σελίδα 1243

Κατηγορίες
στήλες

Ένα σκίτσο τη βδομάδα… (εβδομάδα 33, 2017)

Εάν θέλετε να λαμβάνετε κάθε πρωί ένα επίκαιρο σκίτσο του ΚΥΡ μπείτε ΕΔΩ & γράψτε την ηλεκτρονική σας διεύθυνση

Κατηγορίες
στήλες

Το τραγούδι της εβδομάδας (εβδομάδα 33, 2017)

Κατηγορίες
στήλες

Η λέξη της εβδομάδας (εβδομάδα 33, 2017)

Οψιγενής, -ης, -ές [οψιγεν-ούς | -είς (ουδ. ή)]

1. αυτός που γεννήθηκε μετά από τον θάνατο του πατέρα του
2. αυτός που γίνεται ή εκδηλώνεται καθυστερημένα και παράκαιρα: ~ ενδιαφέρον.

ΣΧΟΛΙΟ: -ης, -ης, -ες.
[ΕΤΥΜ: μεσν. < ὀψι – (βλ.λ. οψέ) + -γενής (γίγνομαι). πβ. Αορ. β’ ε-γεν-όμην]

Γ. Μπαμπινιώτη, Λεξικό της νέας Ελληνικής γλώσσας, Β΄ έκδοση, Γ΄ ανατύπωση 2006 εμπλουτισμένη – σελίδα 1293

Κατηγορίες
στήλες

Ένα σκίτσο τη βδομάδα… (εβδομάδα 32, 2017)

Εάν θέλετε να λαμβάνετε κάθε πρωί ένα επίκαιρο σκίτσο του ΚΥΡ μπείτε ΕΔΩ & γράψτε την ηλεκτρονική σας διεύθυνση

Κατηγορίες
στήλες

Το τραγούδι της εβδομάδας (εβδομάδα 32, 2017)

Κατηγορίες
στήλες

Η λέξη της εβδομάδας (εβδομάδα 32, 2017)

βεληνεκές (το)
[1870] (βεληνεκ-ούς | -ή, -ών) 1 η απόσταση από το σημείο βολής ως το σημείο πτώσης του βλήματος πυροβόλου όπλου: μέσο / μικρό / μεγάλο ~, το μέγιστο ~ . 2. (μτφ) η απήχηση, η επιρροή στο κοινωνικό σύνολο: ηγέτης μεγάλου πολιτικού ~
ΣΧΟΛΙΟ: λ. εμβέλεια.
ΕΤΥΜ.: ουσιαστικοπ. ουδ. ρου επιθ. βεληνεκής < βέλος + -ηνεκής (με έκταση του αρχ. φωνήεντος εν συνθέσει < θ. ενεκ – πβ αορι. Β’ ἤνεηγκ-ον (ρ. φέρω) αρχ. δι-ηνεκ-ής (βλ.λ).

Γ. Μπαμπινιώτη, Λεξικό της νέας Ελληνικής γλώσσας, Β΄ έκδοση, Γ΄ ανατύπωση 2006 εμπλουτισμένη – σελίδα 357

Κατηγορίες
στήλες

Το τραγούδι της εβδομάδας (εβδομάδα 31, 2017)