Κατηγορία: Περισκόπηση
Επίγευση (η)
[1894]{-ης κ. -εύσεως χωρίς πληθ.} η γευστική εντύπωση που αφήνει έδεσμα ή ποτό μετά την κατάποση: κρασί με έντονη γεύση και μακρά στυφή ~
Γ.Μπαμπινιώτη, Λεξικό της νέας ελληνικής γλώσσας (β΄ έκδοση, γ΄ ανατύπωση 2006), σελίδα 645
Αν θέλετε να λαμβάνετε κάθε πρωί ένα επίκαιρο σκίτσο του ΚΥΡ μπείτε ΕΔΩ & γράψτε την ηλεκτρονική σας διεύθυνση
επιθ. (άκλητ.) αυτός που προκαλεί εντύπωση λόγω της ιδιομορφίας και του ασυνήθηστου χαρακτήρα του: ~ χρώματα (έντονα χρώματα σε ασυνήθιστους συνδυσμούς)
ΣΥΝ.: έντονος, χτυπητός, φανταχτερός. Επίσης φαντεζίστικος, -η, -ο
ΕΤΥΜ: αντιδάν. γαλλ. Fantaisie < λατ. phantasia < αρχ. Φαντασία
Γ. Μπαμπινιώτη, Λεξικό της νέας ελληνικής γλώσσας (β΄ έκδοση, γ΄ ανατύπωση 2006), σελίδα 1869
Καλό μήνα από την Περισκόπηση
αυτός που έχει δυο μορφές, δισυπόστατος – διφυΐα (η)
ΕΤΥΜ: αρχ. < δι- (δίς) + -φυής < φύω.
Γ. Μπαμπινιώτη, Λεξικό της νέας ελληνικής γλώσσας (β΄ έκδοση, γ΄ ανατύπωση 2006), σελίδα 517