Πολλαπλά μηνύματα στέλνει η μεγάλη συμμετοχή πολιτών στις εσωκομματικές εκλογές του ΣΥΡΙΖΑ.
Μετά από το 41% της Νέας Δημοκρατίας στις τελευταίες εκλογές τα πράγματα δεν είναι καλά για το κόμμα της Αξιωματικής Αντιπολίτευσης, αφού έγινε σαφές ότι ο κόσμος έχει γυρίσει την πλάτη στον ΣΥΡΙΖΑ (όπως ήταν, με τα προβλήματα που είχε ή με τα στελέχη που είχε).
Γενικά
Αν το δούμε αριθμητικά, στις εκλογές για πρόεδρο του ΣΥΡΙΖΑ πήγε να ψηφίσει περίπου το 1/6 όσων ψήφισαν ΣΥΡΙΖΑ τον Ιούνιο.
930 χιλιάδες άνθρωποι ψήφισαν τον Ιούνιο, 150 χιλιάδες πήγαν να ψηφίσουν για πρόεδρο το Σεπτέμβριο. Αυτό σημαίνει ότι παρά τη συντριπτική ήττα που υπέστη στις εθνικές εκλογές, ο ΣΥΡΙΖΑ εξακολουθεί να μένει ζωντανός και να έχει έναν πυρήνα επάνω στον οποίο μπορεί να βασιστεί και να χτίσει (τουλάχιστον σε εθνικό επίπεδο, επειδή αν το αναλύσουμε σε αυτοδιοικητικό, συνδικαλιστικό κλπ επίπεδο ο ΣΥΡΙΖΑ είναι πρακτικά ανύπαρκτος).
Μπορούν οι εσωκομματικές εκλογές να κρίνουν καταστάσεις;
Και ναι, και όχι!
Το να πηγαίνουν μέλη ενός κόμματος να ψηφίσουν σε μια εσωκομματική διαδικασία είναι φυσιολογικό και αναμενόμενο. Όμως όταν μια τέτοια διαδικασία “έρχεται” μόλις 3 μήνες μετά από μια βαριά ήττα και όταν σε αυτή συμμετέχουν περίπου 150.000 άνθρωποι, τότε όλη η ιστορία αποκτά άλλο νόημα.
Ποιος πρέπει να … ανησυχεί;
Προς στιγμή κανείς! Δεν βγήκε πρόεδρος από τον πρώτο γύρο και όλοι θα πρέπει να αναμένουν το αποτέλεσμα του δεύτερου γύρου, ώστε να υπάρξει και μια πρώτη ιδέα (ανάλογα με τον νικητή ή τη νικήτρια) για την κατεύθυνση που θα ακολουθηθεί.
Όμως οι άλλοι τρεις βασικοί παίχτες (δηλαδή η ΝΔ, το ΠΑΣΟΚ-ΚΙΝΑΛ και το ΚΚΕ) θα πρέπει να λάβουν πολύ σοβαρά υπόψη τους τόσο τη συμμετοχή (αφού ήταν ομολογουμένως πολύ μεγάλη, για ένα κόμμα που όλοι θεωρούσαν ότι ήταν σε φάση αποσύνθεσης) όσο και μια πιθανή νίκη του πρωτοεμφανιζόμενου Κασσελάκη.
Ο Μητσοτάκης θα πρέπει να αναθεωρήσει και να πάψει να βλέπει μέσα από το πρίσμα του 41% (που στην ουσία έστειλε τον ΣΥΡΙΖΑ στον άλλο κόσμο). Ο Ανδρουλάκης επίσης θα πρέπει να αναθεωρήσει, αφού είναι εμφανές ότι η διαφορά του 6% με τον ΣΥΡΙΖΑ δεν πρόλαβε να παγιωθεί ώστε να μικρύνει κι άλλο (πράγμα που θα του έδινε τη δυνατότητα να εμφανιστεί ως ο κυρίαρχος του παιχνιδιού στην κεντροαριστερά). Τέλος, το ΚΚΕ θα πρέπει και αυτό να αναθεωρήσει και να μην ποντάρει τόσο στη φθορά του ΣΥΡΙΖΑ για να κερδίσει αριστερούς ψηφοφόρους (η “σταθερότητα” που προβάλει ως κόμμα ίσως πλέον να μην αποτελεί λόγο προσέλκυσης διαμαρτυρόμενων ψηφοφόρων, άρα θα πρέπει να αλλάξει μοτίβο).
Κυριακή κοντή γιορτή, ο δεύτερος γύρος των εσωκομματικών εκλογών του ΣΥΡΙΖΑ είναι μπροστά μας και απ’ το αποτέλεσμά του θα διαφανεί και η συνέχεια όχι μόνο στο κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης αλλά και στα υπόλοιπα κόμματα που (εμφανώς ή όχι) ποντάρισαν στην ήττα του Ιουνίου και στη “διαρροή” ψήφων προς αυτά.
Τι μένει
Επικοινωνιακά όλη αυτή η ιστορία έχει κάνει καλό στον ΣΥΡΙΖΑ. Ακούστηκε ξανά, κι όχι για κάτι κακό (όπως π.χ. για μια εσωκομματική διαμάχη φθαρμένων στελεχών του, που έχουν κουράσει τον κόσμο).
Επίσης, θα πρέπει να αναμένουμε για να δούμε αν μετά από τη λήξη και του δεύτερου γύρου ο ΣΥΡΙΖΑ θα μείνει ενωμένος ως έχει ή όχι (υπό την έννοια του κομματικού οργανισμού που θα μπορέσει να διαχειριστεί όλες αυτές τις τάσεις που έχει στο εσωτερικό του).
Αυτό όμως που πρέπει να ειπωθεί είναι άλλο: τελικά ο Τσίπρας, με την άμεση παραίτησή του, έκανε ένα δώρο στο κόμμα που το πήρε από το 3% και το έκανε Κυβέρνηση. Το έβαλε ξανά στο παιχνίδι, έστω κι αν αυτό ίσως να διαρκέσει λίγο (άλλωστε το παράδειγμα το ΠΑΣΟΚ δείχνει πως μια “αντάρα” για τα θέματα ηγεσίας δεν φτάνει για να ξεκολλήσει ένα κόμμα από το τέλμα. Χρειάζονται πολλά περισσότερα και κυρίως θέσεις, προτάσεις, νέα πρόσωπα, έμπρακτη ανάληψη ευθυνών για λάθη και παραλείψεις του παρελθόντος που οδήγησαν στο τέλμα).