Ο Υπεύθυνος του Τομέα Φορολογικής Πολιτικής της Νέας Δημοκρατίας, βουλευτής Ημαθίας, κ. Απόστολος Βεσυρόπουλος, κατέθεσε στη Βουλή ερώτηση προς τον Υπουργό Οικονομικών. Η ερώτηση, την οποία συνυπογράφουν 46 βουλευτές του Κόμματος, αφορά τόσο ζητήματα αδυναμίας ελέγχων όσο και τον κίνδυνο παραγραφής για τις 36.000 υποθέσεις, που μεταφέρονται από την Ειδική Γραμματεία του ΣΔΟΕ στη ΓΓΔΕ.
Για το θέμα ο κ. Βεσυρόπουλος έκανε την ακόλουθη δήλωση: «Το συμπέρασμα για την Κυβέρνηση Τσίπρα – Καμμένου είναι πλέον ξεκάθαρο: Είτε είναι παντελώς ανίκανοι, είτε καλύπτουν σκόπιμα τη φοροδιαφυγή.Η τροπολογία που ψήφισε η Κυβέρνηση για την παράταση των χρονικών ορίων παραγραφής 36.000 υποθέσεων έχει σοβαρές αστοχίες και δεν επαρκεί για να αποτρέψει την παραγραφή τους και την απώλεια δημοσίων εσόδων.
Επιπλέον, η Κυβέρνηση έχει σοβαρές ευθύνες για το γεγονός ότι προχώρησε στη διάλυση του ΣΔΟΕ, χωρίς να έχει συγκροτήσει από πριν έναν ελεγκτικό μηχανισμό, ο οποίος θα συνέχιζε από την επόμενη μέρα τη δουλειά που έκανε το Σώμα.
Οι πολίτες αντιλαμβάνονται πλέον ότι η ανικανότητα της Κυβέρνησης συμπλέει με τη σκοπιμότητα».
Ακολουθεί το πλήρες κείμενο της Ερώτησης:
ΘΕΜΑ: «Ζήτημα παραγραφής, αδυναμίας ελέγχων και απώλειας δημοσίων εσόδων, για τις 36.000 υποθέσεις, που μεταφέρθηκαν από το ΣΔΟΕ στη ΓΓΔΕ».
Κύριε Υπουργέ,
Μετά από τη διάλυση του ΣΔΟΕ και την πρόσφατη τροπολογία που ψηφίστηκε για τη διαδικασία μεταφοράς 36.000 ανέλεγκτων υποθέσεων στη ΓΓΔΕ, προκύπτει ζήτημα αποτελεσματικότητας και αποδοτικότητας των ελέγχων, ιδιαίτερα για 2.500 υποθέσεις για τις οποίες υπήρχε εισαγγελική παραγγελία.
Προκύπτει όμως, σαφέστατα και ζήτημα παραγραφής για τις περισσότερες από αυτές, παρά την τριετή παράταση που έδωσε η κυβέρνηση, αφού είναι αδύνατον, να ελεγχθούν όλες ενώ για κάποιες από αυτές, ενδέχεται να έχει ήδη επέλθει παραγραφή.
Είναι εξαιρετικά αμφίβολο, αν η τροπολογία που κατέθεσε και ψήφισε η κυβέρνηση για την παράταση, είναι σύστοιχη με τις πρόσφατες αποφάσεις του ΣτΕ, με αριθμούς 1623/2016 και 888/2016, σύμφωνα με τις οποίες, οι παρατάσεις που δόθηκαν με τους νόμους 3888/2010, 4002/2011 και 4098/2012, στις προθεσμίες για επιβολή φόρων, τελών, εισφορών, δεν αφορούν τα πρόστιμα του ΚΒΣ και ως εκ τούτου, για τα πρόστιμα του ΚΒΣ που αφορούν παραβάσεις μέχρι την 31/12/2001, έχει επέλθει παραγραφή, ακόμα και του δεκαετούς δικαιώματος του Δημοσίου, για επιβολή των κυρώσεων αυτών. Επιπλέον, πέραν των ανωτέρω αποφάσεων του ΣτΕ, η Κυβέρνηση, φαίνεται να αγνοεί και τις αποφάσεις των Τακτικών Διοικητικών Δικαστηρίων, ΔΕΦΑ Α’ Τριμελές 624/2014, 628/2014, 631/2014, ΔΕΦ Χανίων 24/2013, σύμφωνα με τις οποίες, η παράταση της παραγραφής που λαμβάνει χώρα με τους διάφορους Νόμους, για όλα τα φορολογικά αντικείμενα (Εισόδημα, ΚΒΣ, ΦΠΑ), αφορά κάθε φορά, στη χρήση, που για πρώτη φορά λήγει την 31η Δεκεμβρίου του έτους εκδόσεως του σχετικού Νόμου και όχι τις χρήσεις για τις οποίες, είχε ήδη δοθεί παράταση της παραγραφής τους, με προγενέστερο Νόμο.
Στην τροπολογία που κατέθεσε η κυβέρνηση, δεν διευκρινίζεται σαφώς, ότι η παράταση, αφορά στο δεκαετές δικαίωμα των χρήσεων 2005 και εντεύθεν. Αν δεν υπάρχει αυτή η διευκρίνιση, αφενός θα διεξάγονται έλεγχοι για ήδη παραγεγραμμένες χρήσεις, οι οποίοι θα φορτώνουν άσκοπα με ελεγκτικό έργο τις υπηρεσίες του Υπουργείου Οικονομικών και αφετέρου, θα επιφορτίζουν τα Διοικητικά Δικαστήρια με ένα όγκο υποθέσεων που με βεβαιότητα, θα καταλήγουν σε ακυρωτικό αποτέλεσμα.
Αντίθετα, η τροπολογία που ψηφίστηκε, κάνει λόγο για τριετή παράταση από την λήξη των προθεσμιών παραγραφής των υποθέσεων, που μεταφέρονται από το ΣΔΟΕ στην ΓΓΔΕ.
Για να μην υπάρξει όμως παραγραφή και απώλεια εσόδων, θα έπρεπε στην τροπολογία, να αναφέρεται ρητά, ότι για τις υποθέσεις που μεταφέρονται από το ΣΔΟΕ στη ΓΓΔΕ, που περιλαμβάνουν έλεγχο χρήσεων από το 2005 και εντεύθεν, τόσο το δεκαετές δικαίωμα του Δημοσίου κατ’ άρθρο 84 παρ. 4 του Ν. 2238/94, όσο και το πενταετές κατ’ άρθρο 84 παρ. 1 του Ν. 2238/94, που λήγουν την 31/12/2016 για έκδοση πράξης προσδιορισμού, φόρου, τέλους, εισφοράς ή προστίμου, παρατείνονται για τρία χρόνια.
Η κυβέρνηση όμως, έχει ευθύνες, για το γεγονός, ότι προχώρησε στη διάλυση του ΣΔΟΕ, χωρίς να έχει από πριν συγκροτήσει έναν ελεγκτικό μηχανισμό, ο οποίος θα συνέχιζε από την επόμενη μέρα τη δουλειά που έκανε το ΣΔΟΕ και ιδιαίτερα στο θέμα του ελέγχου των συγκεκριμένων υποθέσεων.
Η κυβέρνηση, έχει σαφείς ευθύνες και για το γεγονός, ότι θέσπισε, νομοθετικά, τη διαδικασία μεταφοράς των συγκεκριμένων υποθέσεων από το ΣΔΟΕ στη ΓΓΔΕ, στις 27 Ιουλίου 2016, αν και σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 2 της παραγράφου Δ, υποπαρ. Δ7 του Ν. 4336/2015, θα έπρεπε να τις είχε θεσπίσει, νομοθετικά, μέχρι τις 31 Οκτωβρίου 2015. Έχουμε δηλαδή, μια καθυστέρηση εννέα μηνών, που είχε σαν αποτέλεσμα να μην είναι στη διάθεση της ΓΓΔΕ οι συγκεκριμένες φορολογικές υποθέσεις προς έλεγχο.
Η κυβέρνηση με την τροπολογία που έφερε και ψήφισε προσπαθεί να δικαιολογήσει τα αδικαιολόγητα και να αποσείσει τις ευθύνες της για χιλιάδες υποθέσεις, που οδηγούνται σε παραγραφή αλλά και για υποθέσεις, που είναι φύσει αδύνατον πλέον να ελεγχθούν.
Η κυβέρνηση, κάνει λόγο για επιλογή και προτεραιοποίηση, με κριτήρια ανάλυσης κινδύνου, των υποθέσεων που θα ελεγχθούν.
Αγνοεί προφανώς όμως, ότι σύμφωνα με την τροπολογία που ψήφισε, προβλέπεται η εκτίμηση του τελευταίου χειριστή – ελεγκτή κάθε υπόθεσης από τις 36.000, σχετικά με τον βαθμό αξιολόγησης της σπουδαιότητας της.
Αυτό σημαίνει, ότι οι ελεγκτές – χειριστές, οι οποίοι έχουν αποχωρήσει από την Ειδική Γραμματεία του ΣΔΟΕ, εδώ και έξι μήνες, θα πρέπει να επιστρέψουν στις Περιφερειακές Διευθύνσεις του ΣΔΟΕ ανά την Ελλάδα και να αξιολογήσουν τις χιλιάδες υποθέσεις, που είχαν αρχικά χειριστεί.
Φυσικά, κάτι τέτοιο, θα απαιτήσει πολύ χρόνο, τη στιγμή που έχουν ήδη εξαντληθεί τα χρονικά περιθώρια.
Στην πραγματικότητα, οι υποθέσεις που χειρίστηκαν οι ελεγκτές του ΣΔΟΕ, έχουν παραδοθεί με πρωτόκολλο.
Πως θα έχουν λοιπόν, πρόσβαση σε υποθέσεις από τις οποίες έχουν αποξενωθεί και δεν φέρουν πλέον, καμία ευθύνη για το περιεχόμενο του φακέλου της κάθε υπόθεσης οι τελευταίοι χειριστές – ελεγκτές της;
Με δεδομένο επίσης, ότι εκτός της απόφασης του ΣτΕ, με αριθμό 888/2016, υπάρχουν και εφετειακές αποφάσεις (ΔΕΦΑ 624/2014, 628/2014, 631/2014, ΔΕΦ Χανίων 24/2013), σχετικά με την παραγραφή, που θεωρούν ανίσχυρες τις αλλεπάλληλες παρατάσεις, ειδικά της δεκαετούς παραγραφής, είναι σε θέση το Υπουργείο Οικονομικών, να δώσει σαφείς και ξεκάθαρες απαντήσεις για τις χρήσεις που έχουν ήδη παραγραφεί και για αυτές που παραγράφονται. Τελικά ποιές έχουν ήδη παραγραφεί και ποιες παραγράφονται στο μέλλον;
Το οξύμωρο είναι, ότι το Υπουργείο ζητά από το ΣΔΟΕ, να αποφανθεί για το χρόνο παραγραφής των μεταφερομένων υποθέσεων. Που θα στηριχθεί όμως η συγκεκριμένη υπηρεσία για να συμπληρώσει αυτό το σημαντικό στοιχείο;
Ενδεχομένως, η κυβέρνηση προσπαθεί να σβήσει τα ίχνη των ευθυνών της για ένα μεγάλο μέρος των υπό μεταφορά υποθέσεων, που έχει ήδη παραγραφεί στο διάστημα που μεσολάβησε από πέρυσι το καλοκαίρι έως σήμερα.
Στην κατεύθυνση αυτή, κινείται και η συστηματική άρνηση της κυβέρνησης, να δώσει στοιχεία για το ύψος των προστίμων και φόρων που βεβαίωνε το ΣΔΟΕ κατά τα έτη της λειτουργίας του και ειδικά τα τρία τελευταία πριν την διάλυσή του.
Κατόπιν των ανωτέρω
Ερωτάται ο Κύριος Υπουργός
1) Εάν υπάρχει κίνδυνος, σύμφωνα με τις αποφάσεις του ΣτΕ, με αριθμό 1623/2016 και 888/2016 να θεωρηθούν παραγεγραμμένες κάποιες υποθέσεις. Έλαβε υπόψη του το Υπουργείο Οικονομικών τις συγκεκριμένες αποφάσεις, πριν προβεί στη σύνταξη της συγκεκριμένης τροπολογίας;
2) Ποια είναι τα ακριβή στοιχεία για το ύψος των προστίμων και φόρων, που βεβαίωνε το ΣΔΟΕ κατά τα τρία τελευταία χρόνια της λειτουργίας του και πριν την διάλυσή του. Συγκεκριμένα μιλάμε για τα έτη 2012, 2013 και 2014.
3) Για ποιο λόγο, υπήρξε εννιάμηνη καθυστέρηση στη νομοθέτηση της διαδικασία μεταφοράς των φορολογικών υποθέσεων που ελέγχονταν από το ΣΔΟΕ στη ΓΓΔΕ, παρά το γεγονός, ότι σύμφωνα με το Νόμο, θα έπρεπε να είχε ολοκληρωθεί πριν τις 31/10/2015;
4) Με ποιο τρόπο και με ποια διαδικασία, θα αποφανθούν οι τελευταίοι χειριστές-ελεγκτές των φορολογικών υποθέσεων, στις οποίες δεν είχε ολοκληρωθεί ο έλεγχος, τη στιγμή που τις παρέδωσαν και δεν έχουν πλέον πρόσβαση σε αυτές, αφού υπηρετούν σε διαφορετικές υπηρεσίες;
5) Μετά και την απόφαση του ΣτΕ αλλά και αποφάσεις άλλων Δικαστηρίων, είναι σε θέση το Υπουργείο Οικονομικών, να δώσει σαφή απάντηση για το ποιες υποθέσεις έχουν ήδη παραγραφεί και ποιες παραγράφονται οσονούπω;
6) Ποιες είναι οι ασφαλιστικές δικλείδες για την διαφάνεια, την αξιοπιστία και την αποτελεσματικότητα του συστήματος ανάλυσης κινδύνου (risk analysis), στην προτεραιοποίηση και στην επιλογή των φορολογικών υποθέσεων που πρέπει να ελεγχθούν; Εφόσον υπάρχουν αυτές οι ασφαλιστικές δικλείδες, τότε για ποιο λόγο η κυβέρνηση νομοθέτησε την απαλλαγή από ποινικές ευθύνες των στελεχών που θα επιλέξουν με το σύστημα ανάλυσης κινδύνου τις συγκεκριμένες υποθέσεις;