Πολύς λόγος γίνεται εσχάτως (ειδικά δε τον τελευταίο μήνα) για τη συνταγματική αναθεώρηση αλλά και για τον εκλογικό νόμο που προτίθεται να φέρει η Κυβέρνηση προς συζήτηση και ψήφιση τελικά στο Κοινοβούλιο.
Η συζήτηση έχει ήδη αρχίσει (στα γνωστά σημεία: δηλαδή στα κανάλια, μέσα από τις στήλες των εφημερίδων, στα φέισμπουκ ή τουίτερ) αλλά δυστυχώς το πρόβλημα για πολλοστή φορά είναι πως πρόκειται για μια συζήτηση καθαρά επιφανειακή, ευκαιριακή, που αγγίζει μόνο τα σημεία που ενδιαφέρουν τα κόμματα. Συζήτηση χωρίς ουσία δηλαδή, που δεν θα φέρει αποτέλεσμα! Φυσικό, αφού αποκλειστικός σκοπός είναι να πειστούμε εμείς οι κοινοί θνητοί πως πρέπει να αλλάξουν!!!
Παρότι πρόκειται για 2 θέματα τελείως διαφορετικά μεταξύ τους, ορισμένοι «πονηροί» προσπαθούν να τα συνδέσουν. Άλλο πράγμα είναι η συνταγματική αναθεώρηση – και μάλιστα εν καιρώ Μνημονίων – και άλλο ο εκλογικός νόμος (που κάποιοι έχουν φαγωθεί να περάσει με 200 ψήφους, ώστε να έχει άμεση ισχύ και να εφαρμοστεί από την αμέσως επόμενη εκλογική αναμέτρηση).
Η όποια αναθεώρηση του καταστατικού χάρτη της χώρας γίνει, θα γίνει υπό το πρίσμα των μνημονίων και χωρίς να ληφθεί υπόψη οτιδήποτε άλλο. Εδώ και 6 χρόνια είναι εμφανές πως το ισχύον Σύνταγμα δεν… βολεύει. Δεν βολεύει ώστε να εφαρμοστούν στο 100% οι μνημονιακές πολιτικές που έχουν οδηγήσει τη χώρα μας στον γκρεμό (και που, αν συνεχιστούν, θα στείλουν τη χώρα προς το οριστικό λουκέτο).Ένα βήμα προς το… βόλεμα ήταν η υιοθέτηση του λεγόμενου κόφτη. Ενός εργαλείου που σκοπός του – πέραν της αυτόματης αναπροσαρμογής – ήταν και η παράκαμψη του Κοινοβουλίου όταν είναι να περάσουν δύσκολα μέτρα.
Όσον αφορά το Σύνταγμα, η θέληση για πραγματική αλλαγή θα φανεί όχι από την αλλαγή στον τρόπο εκλογής του Προέδρου τη Δημοκρατίας. Ακόμη και προσπάθεια που γίνεται ώστε να πειστούμε πως η αποσύνδεση της εκλογής του ΠτΔ με την τύχη της Βουλής (κατά συνέπεια και της Κυβέρνησης) πέφτει στο κενό για έναν και μόνο λόγο: η συγγραφή της συγκεκριμένης δικλείδας ασφαλείας αποσκοπούσε στο να εξισορροπήσει κάποια πράγματα. Δυστυχώς όμως για τη χώρα μας τα κόμματα διαχρονικά τη χρησιμοποίησαν για να αποσπάσουν οφέλη που ουδεμία σχέση έχουν με το όφελος του Λαού.
Η θέληση να αλλάξει κάτι θα φανεί αν οι πολιτικές δυνάμεις στο σύνολό τους αποφασίσουν να ιδρυθεί και στη χώρα μας Συνταγματικό Δικαστήριο. Μια ιστορία που θα δυσκολέψει πολύ να περάσουν πολλά πράγματα που σήμερα (ή αύριο, αν δεν υπάρξει ποτέ Συνταγματικό Δικαστήριο) περνάνε εύκολα, με μια ψηφοφορία στο Κοινοβούλιο. Δικαίωμα να «επιστρέψει» έναν νόμο στο Κοινοβούλιο για επανεξέταση έχει ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας. Πόσοι από τους ΠτΔ εν καιρώ μνημονίων έπραξαν κάτι τέτοιο;; Ουδείς εκ των δυο. Σιωπηλοί υπέγραφαν οποιοδήποτε αντιαναπτυξιακό και φορομπηχτικό νομοθέτημα περνούσε από τη Βουλή, εκφράζοντας κατά διαστήματα τη… δυσαρέσκειά τους, που ουδεμία νομική ισχύ είχε!
Τα του εκλογικού νόμου είναι γνωστά. Το ισχύον μπόνους των πενήντα εδρών (που κάποτε επί ΠΑΣΟΚ ήταν σαράντα, αλλά με νόμο Παυλόπουλου επί ΝΔ έγινε πενήντα) δεν λαμβάνει τίποτε υπόψη. Ούτε καν τη διαφορά μεταξύ του 1ου και του 2ου σε ψήφους κόμματος. Ακόμη και μια ψήφος διαφορά δίνει 50 επιπλέον βουλευτές στον 1ο . Ο ΣΥΡΙΖΑ από πάντα ήταν υπέρ της απλής αναλογικής και όχι υπέρ του ισχύοντος σήμερα υβριδικού συστήματος «ενισχυμένης αναλογικής και πλειοψηφικού». Τώρα δεν φαίνεται πως εξακολουθεί να είναι, ενώ πχ η ΝΔ δεν το συζητούσε και ποτέ, ούτε το συζητάει τώρα.
Όσο για το κατώφλι του 3%, η κατάργησή του αποτελεί βασική προϋπόθεση για ένα σύστημα απλής αναλογικής, που για πολύ συγκεκριμένους λόγους είναι αδύνατο να ισχύσει στην Ελλάδα. Το πολύ-πολύ να μειωθεί και από 3% να πάει στο 2%.
Η πρεμούρα να ισχύσει ο υπό (ανεπίσημη, ακόμη) συζήτηση εκλογικός νόμος από τις αμέσως επόμενες εκλογές έχει και αυτή την εξήγησή της. Και άσχετα με αυτά που λένε βουλευτές και στελέχη των κομμάτων, όλοι είναι υπέρ της εφαρμογής ενός νέου εκλογικού νόμου από τις επόμενες εκλογές. Όποτε κι αν αυτές γίνουν. Το πρόβλημά τους είναι που θα βρεθούν οι 200 βουλευτές που απαιτούνται, ώστε να γίνει αυτό. Γιατί ουδείς σκοπεύει να κάνει πίσω.
Οι «153-μπετόν αρμέ» (όπως είπε κάποτε κάποιος κυβερνητικός) δεν είναι δυνατόν να πάνε για πολύ έτσι. Μια αλλαγή στο μπόνους αλλά και στον εκλογικό νόμο γενικότερα βοηθάει άπαντες. Υπάρχει όμως και μία άλλη παράμετρος: πόσοι και ποιοι θέλουν εκλογές;; Στα της βοήθειας: ένας πιο ήπιος εκλογικός νόμος βοηθά τον ΣΥΡΙΖΑ, που φοβάται πιθανή μεταστροφή του εκλογικού σώματος προς τη ΝΔ, άρα την εκχώρηση 50 βουλευτικών εδρών στην (θεωρητικά) πρώτη ΝΔ. Απ’ την άλλη μεριά, η ΝΔ μπορεί να θέλει να επιστρέψει στο Μαξίμου, αυτό όμως δεν σημαίνει πως μπορεί να κυβερνήσει από μόνη (αφού χρειάζεται τεράστια μεταστροφή του εκλογικού σώματος ώστε να έχει – ακόμη και με το μπόνους – την απόλυτη πλειοψηφία στη Βουλή) ή δεν σημαίνει και πως θέλει να κυβερνήσει από μόνη (αφού έχει δει την καταβαράθρωση του ΠΑΣΟΚ ή έχει «ζήσει στο πετσί της» την πτώση της στα χειρότερα μεταπολιτευτικά ποσοστά της, μετά από τη συμμετοχή της σε μνημονιακές κυβερνήσεις).
Μια αλλαγή στον εκλογικό νόμο πιθανόν να σημάνει την αύξηση του αριθμού των βουλευτών των μικρών κομμάτων αλλά και την είσοδο νέων στο Κοινοβούλιο. Νέων που θα δώσουν την ευκαιρία στα δυο κόμματα εξουσίας (που σήμερα είναι η ΝΔ και ο ΣΥΡΙΖΑ) να συνεργαστούν μαζί τους, αφού πιθανόν η ιδεολογική τους βάση να είναι πιο κοντά με τις δικές τους. Δηλαδή, πιθανόν – με τον νέο εκλογικό νόμο – να μην ξαναδούμε κυβερνήσεις συνεργασίας όπως αυτή που συγκροτήθηκε μετά από τις εκλογικές αναμετρήσεις του 2015. Τώρα, αν τα πράγματα δυσκολέψουν υπερβολικά και στην πορεία προκύψει κάποιος “μεγάλος συνασπισμός”, που θα συμπεριλαμβάνει ΣΥΡΙΖΑ, ΝΔ και 2-3 ακόμη μικρά κόμματα… αυτό είναι κάτι που το έχουμε ξαναδεί το 2012.
Και φυσικά τα πάντα συναινούν σε ένα και μόνο πράγμα: στον προβληματισμό που έχουν οι ντόπιες ελίτ αλλά και αυτές που εκφράζουν άμεσα τους «δανειστές» και «σωτήρες» μας για το πως θα μπορούν να «σταθούν» για όσο μεγαλύτερο διάστημα γίνεται Κυβερνήσεις που εμφανώς δεν θα έχουν την ευρεία συναίνεση του κόσμου όποτε υιοθετούν μέτρα που καταδικάζουν τη χώρα, τον λαό της και την οικονομία της σε μαρασμό.
Ίσως τελικά το πρόβλημα της χώρας δεν είναι το Σύνταγμά της ή ο εκλογικός νόμος. Ίσως να είναι το γεγονός ότι η πορεία που έχει χαραχθεί (και την ακολουθούν οι 5-6 κυβερνήσεις που προέκυψαν από τη μέρα που υπογράφηκε το πρώτο μνημόνιο και μετά) είναι απολύτως λανθασμένη. Το θέμα δηλαδή δεν είναι το πώς θα βγαίνει η εκάστοτε Κυβέρνηση ή πως θα εκλέγεται ο εκάστοτε ΠτΔ.
Μήπως το πρόβλημα τελικά είναι πως θα ενδυθεί συνταγματικά και πως θα διατηρηθεί επί μακρόν η πλήρης υποταγή της χώρας σε πολιτικές που την καταδικάζουν;;;
σημείωση: μήπως και αυτά, συνταγματική αναθεώρηση και αλλαγή του εκλογικού νόμου, τα βαφτίσουν προαπαιτούμενα;;;