Κατηγορίες
στήλες

Η λέξη της εβδομάδας (εβδομάδα 9, 2016)

libri3κακέμφατος, -η, -ο (λογ.)

  1. (λόγος) που προξενεί άσχημη εντύπωση, που έχει κακή σημασία ΣΥΝ. απρεπής, άσεμνος, αισχρός
  2. κακέμφατο (το) η χρήση στον λόγο λέξεων ή συλλαβών, από τη συνεκφορά των οποίων προκύπτει αισχρό ή διφορούμενο νόημα

ΣΧΟΛΙΟ λ. κακόσημος

[ΕΤΥΜ: μτγν < κακ(ο) + -έμφατος < ἐμφαίνω]

Γ. Μπαμπινιώτη, Λεξικό της νέας Ελληνικής γλώσσας, Β΄ έκδοση, Γ΄ ανατύπωση 2006 εμπλουτισμένη – σελίδα 809