Σήμερα η Ελλάδα μοιάζει ανίκανη να αντιδράσει. Ψυχολογικά είναι διχασμένη. Πολιτικά είναι παγιδευμένη μεταξύ μιας κυβέρνησης που άλλα έταξε και άλλα πράττει είτε από ανικανότητα είτε από πρόθεση για να ανοίξει το δρόμο προς τη ρήξη και μιας αντιπολίτευσης που ακόμα δεν την ακούει κανένας.
Η χώρα κοινωνικά είναι εγκλωβισμένη σε έναν κρατικίστικο πολιτικό συνασπισμό ο οποίος δεν ξέρει ούτε θέλει να μετασχηματιστεί. Αντί της καταδίκης του «πελατειακού κράτους» ξαναζούμε την έφοδο του κόμματος και των συγγενών στο κράτος. Αντί της διάσωσης των συντάξεων δεσμεύονται τα αποθεματικά των ταμείων, των δήμων, των περιφερειών και όποιου άλλου έτυχε να έχει μια δεκάρα στο παγκάρι καθώς ούτε στην λεγόμενη διαπραγμάτευση δεν στεκόμαστε ενιαία.
Ο πρωθυπουργός επαναλαμβάνει καθημερινά τα περί εντίμου συμβιβασμού.
Όμως ο κάθε συμβιβασμός όσο έντιμος και αν είναι, σημαίνει μέτρα και μάλιστα εισπρακτικά, δηλαδή υφεσιακά. Πολλοί κυβερνητικοί αξιωματούχοι ή βουλευτές ονειρεύονται ρήξη -δηλαδή επιστροφή στη δραχμή– και όλα αυτά σε επίπεδο δηλώσεων και συνεπώς είναι φως φανάρι ότι ο κίνδυνος είναι αυτός της αδράνειας, καθώς τα λόγια δεν παράγουν αποτελέσματα.
Πυροτεχνήματα έλαμψαν πολλά στον ουρανό.
Συμβολικοί πόλεμοι κηρύχτηκαν πολλοί και συμβολικές νίκης κατακτήθηκαν. Όταν ακούς όμως κάποιον να λέει “άστο αυτό θα το λύσω επικοινωνιακά” να είσαι βέβαιος πως εννοεί ότι θα “πει ψέματα”, και τα ψέματα έχουν κοντά ποδάρια.
Είναι γεγονός λοιπόν πως μετά το “λεφτά υπάρχουν” του 2009 μάθαμε όλοι ότι οι κυβερνήσεις δεν κρίνονται στο τέλος, αλλά λίγο μετά την αρχή και όταν ανοίγεις το ΜΑΞΙΜΟΥ να μπει ο Γιώργος Παπανδρέου, ο άνθρωπος που μας έβαλε στα μνημόνια προφανώς και δεν το κάνεις για να σε βοηθήσει να βγεις από αυτά.
Με την έννοια αυτή καλά έκανε ο πρωθυπουργός και είδε τον πρώην πρωθυπουργό, αρκεί να αντιλήφθηκε ότι στην πολιτική δεν γίνονται θαύματα ιδιαίτερα όταν έχεις συνεταίρο τον Καμμένο γιατί ότι συνέβη στον πρώην μπορεί να συμβεί και στον νυν, αν δεν αλλάξει κάτι.
Συνεπώς δυο είναι οι εκδοχές, ή συμβιβάζεσαι και σώζεσαι χωρίς να ντρέπεσαι να πεις ότι υπέγραψες μνημόνιο ή πας στην ρήξη, δηλαδή στη δραχμή, και ας είναι βέβαιο ότι η συντριπτική πλειοψηφία επιθυμεί και εύχεται να συμβεί το πρώτο.
Εξάλλου δεν θα είναι η πρώτη φορά που οι προσδοκίες που εκτρέφει μια εκλογική νίκη παραμένουν ανεκπλήρωτες, εκτός αν είναι αλήθεια ότι το κυβερνών κόμμα είναι ένας ανομοιογενής φορέας που η εξουσία τον αποδιαρθρώνει αντί να τον ενοποιεί. Βέβαια οι ανεκπλήρωτες προσδοκίες που καλλιεργούνται προεκλογικά αφορούν κάθε προεκλογικό αγώνα της οποιαδήποτε συλλογικότητας είτε πρόκειται για σωματείο, είτε για δήμο είτε για Νομαρχία, είτε για κυβέρνηση.
Με την διαφορά ότι επειδή όλοι οι άλλοι (π.χ. Δήμοι, περιφέρειες) είναι ουσιαστικά επιδοτούμενοι οργανισμοί με λιγοστά “ίδια έσοδα”, είναι προφανές ότι όταν το κράτος όχι μονάχα “δεν δίνει”, αλλά αντίθετα “δεσμεύει” κανένας δεν περιμένει να λυθούν τα πάντα στους πρώτους πέντε μήνες.
Τάσος Τασιόπουλος
ΥΓ1. Υπάρχουν διλήμματα και διλήμματα. Δίλημμα είναι μια επιλογή ανάμεσα στο ρόλο μιας διαμαρτυρίας που την περνάς επικοινωνιακά ως Κολοκοτρώνης που δεν υποκύπτει και μιας πολιτικής συμμαχίας που θα ηγηθεί του μετασχηματισμού μιας γερασμένης χώρας.
Δίλημμα είναι και να παραμένεις στις επάλξεις χωρίς να λυγίζεις κάτω από το βάρος ανεύθυνων μεγαλοστομιών σε όποιο επίπεδο συλλογικότητας (π.χ. Σωματείο, δήμο, περιφέρεια, κυβέρνηση) και αν βρίσκεσαι.
Το κακό βέβαια είναι αν σ’αυτές τις περιπτώσεις βάζεις το “εγώ” πάνω από όσα υποσχέθηκες.
ΥΓ2.Τελικά όταν εγκλωβίζεις τον εαυτό σου σε ένα υπερφίαλο «εγώ»απραγματοποίητων οραμάτων ή αντιδημοφιλών υποσχέσεων είτε σωστά παραιτείσαι, είτε οδηγείς την συλλογικότητα στα βράχια.
ΥΓ3. Το περίεργο είναι ότι στο χαμό της βουλής δεν συμμετείχαν τα καλόπαιδα των χρυσαυγητών. Άραγε γιατί;
ΥΓ4. Πρέπει να καλωσοριστούν στην πραγματικότητα οι παλιοί επαναστάτες ως και οι πιο φανατικοί Μερκελιστές.
ΥΓ5. Οι συνεπείς στην ασυνέπεια τους ανώνυμοι κουκουλοφόροι ευκαιρίας δοθείσης βγάζουν απωθημένα. Θα είχε πλάκα να έβγαζαν τις μάσκες για να μάθουν πόσα αχλάδια χωράει ο σάκος του καθενός μας.