Όποιος θεωρεί ότι η οικονομία σχετίζεται μόνο με το χρήμα, αγνοεί τους μεγάλους κινδύνους που ενέχει η τεράστια συσσώρευση μίσους
του Ξενοφώντα Α. Μπρουντζάκη
Τα γεγονότα της Κύπρου άλλαξαν τα δεδομένα του παιχνιδιού, δίνοντας μια τροπή στις εξελίξεις σαφώς δυσμενέστερη από αυτήν που θα ήλπιζε κάθε Ευρωπαίος πολίτης. Θα έλεγε κανείς ότι το πιο εδραίο θέσφατο σε αυτόν τον αβέβαιο κόσμο ήταν η λεγόμενη χρηματοπιστωτική πίστη. Μια πίστη η οποία στην περίπτωση της Κύπρου φάνηκε επώδυνα «ασυνεπής». Εκατομμύρια καταθέτες παρακολουθούν ενεοί τις εξελίξεις, λαμβάνοντας από τα δελτία ειδήσεων ένα νέο ταχύρρυθμο μάθημα νεοφιλελεύθερης οικονομίας όπου ο καταθέτης – αποταμιευτής βαφτίζεται επενδυτής. Ευτυχείς ανάδοχοι του νέου ορισμού, η καγκελάριος Μέρκελ και ο υπουργός των Οικονομικών της, Σόιμπλε. Τα δυο πιο μισητά πρόσωπα στον ευρωπαϊκό Νότο.
Ταυτόχρονα, η Γερμανία και η πολιτική της απέναντι στις άλλες χώρες της ευρωζώνης αυξάνει τα ποσοστά μίσους στα ζηλευτά επίπεδα της διάρκειας του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου. Δεν μπορεί κανείς να παραγνωρίσει την κεφαλαιώδη σημασία της οικονομίας στη διαμόρφωση της πολιτικής, ωστόσο όποιος θεωρεί ότι η οικονομία σχετίζεται μόνο με το χρήμα, αγνοεί τους μεγάλους κινδύνους που ενέχει η τεράστια συσσώρευση μίσους.
Ταυτόχρονα, η Γερμανία και η πολιτική της απέναντι στις άλλες χώρες της ευρωζώνης αυξάνει τα ποσοστά μίσους στα ζηλευτά επίπεδα της διάρκειας του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου. Δεν μπορεί κανείς να παραγνωρίσει την κεφαλαιώδη σημασία της οικονομίας στη διαμόρφωση της πολιτικής, ωστόσο όποιος θεωρεί ότι η οικονομία σχετίζεται μόνο με το χρήμα, αγνοεί τους μεγάλους κινδύνους που ενέχει η τεράστια συσσώρευση μίσους.
Η απόφαση να ορισθούν οι αποταμιεύσεις ως επενδύσεις και να αντιμετωπιστεί ο καταθέτης περίπου σαν παίχτης του καζίνου και σαν τζογαδόρος αποτελεί ένα νέο κεφάλαιο που αναιρεί την πίστη απέναντι στο σύστημα και δημιουργεί ένα τσουνάμι ανασφάλειας που σύντομα θα επεκταθεί σε όλες τις οικονομίες του κόσμου, μια και με τον τρόπο που λειτούργει η οικονομία έως τώρα δεν υπάρχουν πλέον στεγανά. Μετά την πρωτοφανή απόφαση να κουρευτούν οι καταθέσεις στην Κύπρο – την ώρα μάλιστα που ο Γάλλος υπουργός των Οικονομικών απολάμβανε τον… σοσιαλιστικό ύπνο του – κανένας Ευρωπαίος καταθέτης δεν νιώθει σίγουρος. Και δεν νιώθει σίγουρος ακόμα περισσότερο μετά τις δηλώσεις του Ολλανδού Ντάισελμπλουμ, οι οποίες διαψευστήκαν με τρόπο που κατέστησαν τους επίσημους φορείς της Ευρωπαϊκής Ένωσης λιγότερο αξιόπιστους κι από τις κυπριακές τράπεζες.
Ωστόσο οι ευρωπαϊκές αστειότητες δεν σταμάτησαν εδώ. Οι εταίροι μας – που μας έβρισκαν αρκετά ασυνεπείς με τις αρχές της Ευρωπαϊκής Ένωσης – διά στόματος μιας άλλης ευρωπαϊκής ιδιοφυΐας, του Φινλανδού Όλι Ρεν, συνέχισαν τη σκυταλοδρομία του τρόμου. Αυτού που σπέρνει το αίσθημα ανασφάλειας σε ολόκληρη την Ευρωπαϊκή Ένωση επιβεβαιώνοντας τα λεγόμενα του Ολλανδού Ντάισελμπλουμ, τα οποία όμώς διέψευδαν σύσσωμοι οι υπόλοιποι διαπιστευμένοι των Βρυξελλών. Και αναρωτιέται εύλογα κανείς αν χτύπησε τις Βρυξέλλες κρίση ανευθυνότητας. Ό,τι κι αν συμβαίνει, και με δεδομένο ότι αυτήν την τεράστια οικονομική κρίση που πλέον απειλεί σοβαρά τις δομές της Ευρωπαϊκής Ένωσης τη χειρίζονται αξιωματούχοι ελαχιστότατοι, κατώτεροι των περιστάσεων, αντιλαμβάνεται κανείς ότι τα όποια περιθώρια ελπίδας για την εξεύρεση μιας συνολικότερης λύσης περιορίζονται δραματικά. Στην κληρονομιά της νεοφιλελεύθερης πολιτικής που τόσο πολύ διαφημίστηκε (μετά τη σοβιετική κατάρρευση) ως μοντέλο διακυβέρνησης – το οποίο τινάζει στον αέρα εθνικές οικονομίες, διαλύει κοινωνίες, καταστρέφει παραγωγικές επενδύσεις, όλα προς χάριν των ελεύθερων αγορών – προστέθηκε και η ανασφάλεια των καταθέσεων. Όσο, δε, διακηρύττουν ότι οι καταθέσεις των 100.000 ευρώ αποτελούν εγγύηση τόσο περισσότερο οι πολίτες ανησυχούν.
Ωστόσο, πόσο μπορεί να αντέξει μια οργανωμένη – υποτίθεται – κοινωνία όταν οι διαβεβαιώσεις ερμηνεύονται απολύτως αντίθετα; Είναι δυνατόν να υπάρξει στοιχειώδης αξιοπιστία των θεσμών, όχι του διαλυμένου και έτσι κι αλλιώς αναξιόπιστου ελληνικού κράτους, αλλά αυτών της Ευρωπαϊκής Ένωσης, πάνω στην οποία στηρίχτηκαν οι πιο σοβαρές ελπίδες των λαών της Ευρώπης για μια καλύτερη ζωή κι όχι για έναν καλύτερο εφιάλτη ή μια καλύτερη εκδοχή του γερμανικού ηγεμονισμού; Είναι δυνατόν να υπάρξει στα σοβαρά μια Ευρωπαϊκή Ένωση όπου ο καταθέτης των 20.000 ευρώ οφείλει να είναι έμπειρος γνώστης του παγκοσμίου χρηματοπιστωτικού συστήματος, των οικονομικών δεδομένων της τράπεζας που επενδύει, αλλιώς θα κινδυνεύει να χάσει τις καταθέσεις του, ενοχοποιούμενος επιπλέον ως τζογαδόρος; Είναι δυνατόν να υπάρξει αξιόπιστη λύση στην ευρωπαϊκή κρίση όταν οι πιο επίσημες αρχές αρνούνται να διασφαλίσουν την ατομική περιουσία μας, τη δίκαιη φορολόγησή μας, την εργασία μας, τον μισθό μας, τις καταθέσεις μας, εν τέλει την ίδια μας την ύπαρξη; Είναι δυνατόν να υπάρχει ελπίδα απέναντι σε αυτήν την αγοραία τυχοδιωκτική οικονομική πολιτική που υπονομεύει τα δημοκρατικά συστήματα της Ευρώπης και νεκρανασταίνει τα ναζιστικά πρότυπα της Γερμανίας του Μεσοπόλεμου;