Τα απαιτούμενα από τη Γερμανία ποσά δεν πρόκειται να λύσουν το πρόβλημα της “κρίσης” που τεχνηέντως έχει δημιουργηθεί και στραγγαλίζει τη χώρα μας.
Αυτό το πρόβλημα θα λυθεί μόνο με τη μονομερή καταγγελία των Μνημονίων, με την …αποστολή της Επιτροπείας από ‘κει που ΄ρθε και με την έξοδο από το πανάκριβο για την ελληνική οικονομία ευρώ, στο οποίο μας έχωσαν νύχτα, με το στανιό και χωρίς να ζητήσουν τη γνώμη κανενός (με ένα δημοψήφισμα, όπως έγινε σε αρκετές χώρες που σήμερα είναι στην Ευρωζώνη).
Όμως…
Ας είμαστε ειλικρινείς και ας δούμε τα πράγματα ξεκάθαρα: οι Γερμανοί, έχουν ανοιχτούς λογαριασμούς με τη χώρα μας (κατοχικό δάνειο, αποζημιώσεις για τις καταστροφές που έκαναν στις υποδομές της χώρας, πλιάτσικο κατά την Κατοχή πολλών πολιτιστικών θησαυρών της χώρας). Αυτά τα χρωστάνε, είτε θέλουν να το παραδεχθούν, είτε όχι!
Πέραν αυτών, χρωστάνε κι άλλα, όπως ας πούμε την έκδοση των λαμογιών – Ελλήνων ή Γερμανών – τα οποία διέφθειραν ξεφτιλισμένους πολιτικούς και προέδρους οργανισμών ή επιτροπών κατά συρροή και κατ’ επάγγελμα (που λένε και οι νομικοί) και που τώρα βολτάρουν στους πεζοδρόμους του Βερολίνου ή του Μονάχου.
Το 1995, έγινε η ΜΟΝΑΔΙΚΗ έως σήμερα επίσημη “όχληση” σε διπλωματικό επίπεδο για το θέμα των χρωστούμενων: στις 14 Νοεμβρίου εκείνης της χρονιάς, σχεδόν 5 χρόνια μετά από την ενοποίηση της Γερμανίας, ….
…επιδόθηκε από τον Έλληνα πρέσβη στη Βόννη Ιωάννη Μπουρλογιάννη – Τσαγγαρίδη ρηματική διακοίνωση της Ελλάδας στον Γερμανό υφυπουργό Εξωτερικών Χάρτμαν, με την οποία η Ελληνική Κυβέρνηση ζητούσε να ξεκινήσουν διαπραγματεύσεις και για το κατοχικό δάνειο.
Ο Γερμανός υφυπουργός απέρριψε τότε το ελληνικό διάβημα με το εξωφρενικό και ανεδαφικό στο σύνολό του επιχείρημα ότι “μετά πάροδο 50 ετών από το τέλος του πολέμου και δεκαετιών αξιόπιστης και στενής συνεργασίας της Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Γερμανίας με τη διεθνή κοινότητα το πρόβλημα των επανορθώσεων απώλεσε τη δικαιολογητική του βάση. Ως εκ τούτου δεν είναι δυνατόν να προσδοκά η ελληνική κυβέρνηση ότι η ομοσπονδιακή κυβέρνηση θα προσέλθει σε συνομιλίες για το θέμα αυτό“.
Ξεχνούσε όμως κάτι πολύ απλό ο Γερμανός: η χώρα του είχε συμφωνήσει στην αναστολή του οριστικού διακανονισμού των επανορθώσεων μέχρι την ενοποίηση των δύο Γερμανιών και αυτό είχε γίνει ρητώς και ειδικώς δεκτό μέσα από το άρθρο 5 της Συμφωνίας του Λονδίνου του 1953.
Θέμα παραγραφής δεν υπάρχει, αφού στην ουσία η Ελλάδα θα μπορούσε να κινήσει διαδικασία μόλις από το 1990 και μετά (δηλαδή τα τελευταία 23 χρόνια). Παραγραφή σε 23 χρόνια δεν έχει ισχύσει και δεν πρόκειται να ισχύσει πουθενά και σε καμιά διακρατική – διεθνή διαμάχη. Αν αφαιρεθούν δε τα 5 χρόνια από το 1990 έως το 1995, τότε μιλάμε για μόλις 18 χρόνια (που στην …αιωνιότητα της διεθνούς πρακτικής είναι σταγόνα στον ωκεανό!!).
Τι μπορεί να κάνει σήμερα η Ελλάδα;
Η Ελλάδα έχει 3-4 επιλογές σήμερα, ώστε να διεκδικήσει τα οφειλόμενα από τη Γερμανία.
Η χώρα μας λοιπόν:
1) μπορεί να λύσει το θέμα δια της διπλωματικής οδού. Αυτό έχει τα θετικά του (π.χ. μια σχετικά “γρήγορη” λύση), όμως έχει και τα αρνητικά του, σε μια στιγμή (όπως η σημερινή) κατά την οποία η διαπραγματευτική δυνατότητα της χώρας μας είναι ελάχιστη. Άλλωστε, οι πολιτικοί που θα κληθούν να χειριστούν το θέμα είναι περισσότερο από σίγουρο πως δεν διατίθενται να τραβήξουν το πράγμα μέχρι εκεί που πρέπει, στα έσχατα όρια του δηλαδή. Αλλά σε αυτήν την περίπτωση ίσως θα έπρεπε να παραπέμψω και σε μια ανάρτηση των προηγούμενων ημερών – ΕΔΩ.
2) μπορεί να προσφύγει στο Διαιτητικό Δικαστήριο που προβλέπεται από το άρθρο 28 της Συμφωνίας του Λονδίνου του 1953 (άρθρο 28). Εκεί όμως θα έχει να αντιμετωπίσει μια σύνθεση που θα είναι λίγο …παράξενη, αφού σύμφωνα με το άρθρο 7 παρ. 4 του χάρτη του Δικαστηρίου, η Γερμανία δικαιούται να διορίσει το 40% των μελών που θα δικάσουν. Από τους 10, τους 4 θα τους ορίσει η Γερμανία. Η Ελλάδα δεν έχει δικαίωμα να παρέμβει στη σύνθεση του Δικαστηρίου.
3) μπορεί να προσφύγει στο Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης. Ούτε όμως εκεί τα πράγματα είναι εύκολα: το Καταστατικό του ΔΔΧ αναφέρει πως οι πλευρές που προσφεύγουν σε αυτό θα πρέπει πρώτα να συμφωνήσουν και να αποδεχθούν τη δικαιοδοσία του Δικαστηρίου αναφορικά με το θέμα για το οποίο θα προσφύγουν σε αυτό. Η Ελλάδα έχει κάνει σχετική δήλωση αποδοχής. Η Γερμανία δεν έχει κάνει κάποια δήλωση, σύμφωνα με την οποία αποδέχεται τη δικαιοδοσία του ΔΔΧ για το θέμα του κατοχικού δανείου. Την Πρωτομαγιά του 2008 έκανε μια δήλωση αποδοχής του ΔΔΧ επί τέτοιων θεμάτων αλλά με έναν …αστερίσκο: δεσμεύονταν μόνο σε σχέση με γεγονότα που έχουν λάβει χώρα μετά την ημερομηνία της δήλωσης αυτής. Με τον τρόπο αυτό η Γερμανία “θωρακίστηκε” απέναντι στο ενδεχόμενο προσφυγών για τις επανορθώσεις πολέμου καθώς και του κατοχικού δανείου της Ελλάδος.
4) Τέλος, η Ελλάδα μπορεί να προσφύγει στα Ελληνικά Δικαστήρια κατά της Γερμανίας.
Δύσκολα δηλαδή τα πράγματα, παρότι υπάρχουν δρόμοι και τρόποι πέραν του ενός για την απαίτηση των οφειλόμενων ποσών. Στα θετικά, μόνο ένα: το διεθνές κλίμα τη συγκεκριμένη χρονική στιγμή, που – όσο κι αν φαίνεται παράξενο – δεν ευνοεί τη Γερμανία. Άλλωστε, λόγω της επιθετικής διπλωματικής και οικονομικής πολιτικής που ακολουθεί με προσήλωση τα τελευταία 5-6 χρόνια, η Γερμανία έχει χάσει ισχυρούς προστάτες του παρελθόντος όπως τις ΗΠΑ ή την Βρετανία. Πέραν αυτών, είναι αρκετές ακόμη οι χώρες που θα ήθελαν να “κοντύνουν” τη Γερμανία σήμερα, προτού η κατάσταση γίνει μη αναστρέψιμη για αυτούς.
Η …μπάλα λοιπόν είναι τώρα σε εμάς, στην Ελλάδα. Τα πάντα εξαρτώνται από έναν και μόνο παράγοντα: πόσο ικανοί είμαστε να διαχειριστούμε και μέχρι ποιο σημείο είμαστε διατεθειμένοι να φτάσουμε το θέμα. Χωρίς να υποχωρήσουμε και χωρίς να δεχθούμε μια συμφωνία που θα εξασφαλίζει πολύ λιγότερα από όσα πραγματικά μας οφείλονται (και χωρίς φυσικά να παρουσιάσουμε μετά στο εσωτερικό ως “επιτυχία” κάτι που άλλες χώρες πήραν επειδή το δικαιούνταν). Και φυσικά χωρίς να αποδεχθούμε “τράμπες”…
Δύσκολα δηλαδή τα πράγματα, παρότι υπάρχουν δρόμοι και τρόποι πέραν του ενός για την απαίτηση των οφειλόμενων ποσών. Στα θετικά, μόνο ένα: το διεθνές κλίμα τη συγκεκριμένη χρονική στιγμή, που – όσο κι αν φαίνεται παράξενο – δεν ευνοεί τη Γερμανία. Άλλωστε, λόγω της επιθετικής διπλωματικής και οικονομικής πολιτικής που ακολουθεί με προσήλωση τα τελευταία 5-6 χρόνια, η Γερμανία έχει χάσει ισχυρούς προστάτες του παρελθόντος όπως τις ΗΠΑ ή την Βρετανία. Πέραν αυτών, είναι αρκετές ακόμη οι χώρες που θα ήθελαν να “κοντύνουν” τη Γερμανία σήμερα, προτού η κατάσταση γίνει μη αναστρέψιμη για αυτούς.
Η …μπάλα λοιπόν είναι τώρα σε εμάς, στην Ελλάδα. Τα πάντα εξαρτώνται από έναν και μόνο παράγοντα: πόσο ικανοί είμαστε να διαχειριστούμε και μέχρι ποιο σημείο είμαστε διατεθειμένοι να φτάσουμε το θέμα. Χωρίς να υποχωρήσουμε και χωρίς να δεχθούμε μια συμφωνία που θα εξασφαλίζει πολύ λιγότερα από όσα πραγματικά μας οφείλονται (και χωρίς φυσικά να παρουσιάσουμε μετά στο εσωτερικό ως “επιτυχία” κάτι που άλλες χώρες πήραν επειδή το δικαιούνταν). Και φυσικά χωρίς να αποδεχθούμε “τράμπες”…