…το θυμηθήκαμε λόγω του λάθους των γιάπηδων του ΔΝΤ στον υπολογισμό του συντελεστή!
Γιάπης (ο) {γιάπηδες}, γιάπισσα (η) {γιαπισσών}
νέος στην ηλικία αστός επαγγελματίας (τεχνοκράτης), που ασχολείται (συνήθ.) με τη διοίκηση επιχειρήσεων, και αποσκοπεί στην επαγγελματική καταξίωση και στην οικονομική επιτυχία και χαρακτηρίζεται από την τάση να περιβάλλει τον εαυτό του με σύμβολα πλούτου και αδιαμφισβήτητου κοινωνικού κύρους. – γιάπικος, -ή, -ο.
[ΕΤΥΜ. < αμερ. yuppy – yuppie, ακρωνύμιο από τις αγγλικές λέξεις young (= νέος) urban (= αστικός) professional(=επαγγελματίας) + ie.
Η λέξη πλάστηκε στις ΗΠΑ το 1983…
…(κατ’ αντιδιαστολή προς τη λέξη hippie «χίπι», στην οποία οφείλονται τα δυο –pp– του yuppie), αλλά γνώρισε ιδιαίτερη διάδοση το 1984, όταν οι δημοσιογράφοι τη χρησιμοποίησαν για να χαρακτηρίσουν τους οπαδούς ενός υποψηφίου για τις προεδρικές εκλογές εκείνου του έτους).
Γ. Μπαμπινιώτη, Λεξικό της νέας Ελληνικής Γλώσσας, β’ έκδοση, γ’ ανατύπωση 2006, σελίδα 414