Της
Μουσκεφτάρα Αναστασίας*
Τέλος καλό όλα καλά για τα σχολεία που δεν καταργήθηκαν και δεν συγχωνεύτηκαν τελικά. Μαθητές, γονείς, εκπαιδευτικοί, τοπικές κοινωνίες, δήμαρχοι, βουλευτές, αλλά και κυβέρνηση, όλοι ευχαριστημένοι και δικαιωμένοι.
Τώρα που καταλάγιασε ο κουρνιαχτός ας προσπαθήσουμε να επιχειρήσουμε μια αξιολόγηση, απαντώντας σε ερωτήματα όπως γιατί όλη αυτή η 6μηνη αναστάτωση, πως και εάν δικαιώθηκαν οι αγώνες, ποιοι και εάν ωφελήθηκαν.
Πιάνοντας το νήμα από την αρχή θέτουμε την εξής παραδοχή.
Οι αποφάσεις συγχωνεύσεων- καταργήσεων σχολείων πάρθηκαν για οικονομικούς και μόνο λόγους στο πλαίσιο των αντιλαϊκών επιταγών του Μνημονίου. Η προσπάθεια του υπουργείου να προτάξει εκπαιδευτικούς λόγους ήταν ατυχέστατη αφού δεν υπήρξε ή τουλάχιστον δεν έγινε ευρύτερα γνωστή καμιά επιστημονικά τεκμηριωμένη πρόταση που να υποστήριζε τέτοιες αποφάσεις. Τουναντίον, υπήρξαν πολλές δημοσιευμένες επιστημονικές προτάσεις οι οποίες συνηγορούσαν για το αντίθετο.
Μέχρι εδώ το θέμα είναι αρκούντως ξεκάθαρο και δεν χρειάζεται καμιά περαιτέρω συζήτηση, αν και πολύ ταλάνισε τις τοπικές κοινωνίες το ψευδεπίγραφο επιχείρημα – δίλημμα του υπουργείου «πολλά σχολεία και κακή παιδεία ή λίγα σχολεία και καλά».
Άλλωστε, δεν είναι και ο σκοπός αυτού του άρθρου να επιχειρηματολογήσει για τα αυτονόητα.
Αυτό που είναι άξιο λόγου και παρατήρησης είναι γιατί το Υπουργείο ενώ πήρε μια απόφαση με γνώμονα «πρώτα ο μαθητής», κατά τους ισχυρισμούς του, άλλαξε μέσα σε έξι μήνες ένα σωρό αποφάσεις –ΦΕΚ και έκανε πίσω σ΄ αυτό το σημείο του «θεάρεστου» και «τολμηρού» του έργου της εκπαιδευτικής μεταρρύθμισης;
Η απάντηση συμπυκνώνεται σε μια λέξη, την αντίσταση. Όλοι οι εμπλεκόμενοι ευθύς εξ αρχής αντέδρασαν και αντιστάθηκαν με όλους τους τρόπους, πορείες, διαμαρτυρίες, καταλήψεις κλπ. Οι τοπικές κοινωνίες αντιλήφθηκαν ότι επρόκειτο για Κυβερνητικές αποφάσεις fast truck που καμιά σχέση δεν είχαν με μεταρρυθμίσεις και δη εκπαιδευτικές.
Το επείγον του θέματος, οι προσχηματικές διαβουλεύσεις, τα κριτήρια που άλλαζαν κατά το δοκούν των κυβερνητικών παραγόντων και των τοπικών κομματαρχίσκων έδωσαν στο όλο Κυβερνητικό εγχείρημα το στίγμα του φιάσκου, της ανακολουθίας και ανέδειξαν τους πραγματικούς υποκινητές της «μεταρρύθμισης» που δεν ήταν άλλοι παρά το ΔΝΤ και η Τρόικα.
Η όλη κατάσταση του «σήμερα καταργώ και αύριο αναιρώ και μεθαύριο συγχωνεύω και τέλος υπαναχωρώ» θα μπορούσε κάλλιστα να χαρακτηριστεί ως ένα crash test των κοινωνικών αντοχών και αντιστάσεων.
Η Κυβέρνηση ως φερέφωνο της νεοφιλελεύθερης ευρωπαϊκής πολιτικής δεν έκανε τίποτα άλλο παρά να δοκιμάζει όχι μόνο μέχρι ποιου σημείου μπορεί να αντέξει ο λαός την πίεση αλλά και ποιες κοινωνικές και λαϊκές ομάδες μπορούν να πιεστούν και πόσο. Κι ενώ αντίστοιχες συγχωνεύσεις – καταργήσεις επιχειρήθηκαν και πραγματοποιήθηκαν στο χώρο της Υγείας χωρίς να βρουν ισχυρές αντιστάσεις, στο χώρο της παιδείας δεν το κατάφεραν.
Αυτή η παρατήρηση οδηγεί σε έναν προβληματισμό. Οι συνδικαλιστικές αντιστάσεις στο χώρο της υγείας δεν ήταν τέτοιες ώστε να αποτρέψουν συγχωνεύσεις- καταργήσεις στις νοσοκομειακές μονάδες και σημαντικό ρόλο έπαιξε το γεγονός ότι δεν υπήρξε κοινωνική κινητοποίηση σε τοπικό επίπεδο. Μήπως γιατί δεν είναι σημαντικό κοινωνικό αγαθό η υγεία ή γιατί είναι εύκολο να ταξιδεύει ο άρρωστος αρκετά χιλιόμετρα για να πάει στο γιατρό ο οποίος μπορεί και εν τέλει να μην υπάρχει στο τμήμα; Σίγουρα όχι.
Από την άλλη οι αγώνες για τις μη καταργήσεις- συγχωνεύσεις σχολείων επίσης δεν εκφράστηκαν μέσα από συνδικαλιστικούς φορείς εκπαιδευτικών με απεργιακές κινητοποιήσεις κλπ, αλλά από τους γονείς, τους μαθητές και τις τοπικές κοινωνίες.
Εκ του αποτελέσματος αντιλαμβάνεται κανείς ότι η συσπείρωση και η συνειδητοποίηση των κοινωνικών ομάδων μπορεί να λειτουργήσει ως μοχλός πίεσης και αντίστασης σε αντιλαϊκά μέτρα, ενώ ο συνδικαλισμός όχι. Κάτι που θα πρέπει νωρίς να αντιληφθεί η Αριστερά και να δράσει αναλόγως.
Περνώντας στο τρίτο ερώτημα εάν και ποιος ωφελήθηκε από την υπαναχώρηση του Υπουργείου η απάντηση είναι γνωστή, δρυός πεσούσης…
Έτσι, οι τοπικοί κομματαρχίσκοι και πολιτικάντηδες ωφελήθηκαν τα μάλα σε ψήφους και συμπάθεια ως αντιστασιακοί αγωνιστές. Όσοι κυβερνητικοί βουλευτές είχαν την προνοητικότητα να διαχωρίσουν τη θέση τους από το Υπουργείο θα δουν τα οφέλη τους στις επόμενες εκλογές, αφού στους ψηφοφόρους τους θα το προτάσσουν σαν ελαφρυντικό – τοπικό αναισθητικό για την υπερψήφιση του Μνημονίου.
Τέλος, το όφελος για τους μαθητές και γονείς μπορεί να είναι χειροπιαστό και άμεσο, μα ταυτόχρονα και ασταθές. Η σταθερή και πάγια νεοφιλελεύθερη κυβερνητική πολιτική δίνει τις απαραίτητες εγγυήσεις ότι, εάν και για φέτος έκανε τις απαραίτητες υπαναχωρήσεις προς χάριν της δικής της επιβίωσης, σε σύντομο χρονικό διάστημα θα επιχειρήσει εκ νέου να υλοποιήσει τις μνημονιακές της δεσμεύσεις.
Κατά την εκτίμησή μας το μόνο διαρκές όφελος που αποκομίστηκε από όλον αυτόν τον αγώνα είναι μια νέα κοινωνική δυναμική που διαγράφεται και που είναι ικανή όχι μόνο να προβάλει αντιστάσεις, αλλά και να επιφέρει αλλαγές.
Πόσο μάλλον εάν τέτοιες αγωνιστικές ενέργειες συντονιστούν και ενωθούν με άλλες κοινωνικές ομάδες και προπάντων με ένα νέο συνδικαλισμό.
* Ψυχολόγος, BSc, MMed, Ειδική παιδαγωγός.