της Αναστασίας Μουσκεφτάρα *
Το θέμα των συγχωνεύσεων – καταργήσεων των σχολείων έχει δύο διαστάσεις αλληλοσυνδεόμενες. Η μια είναι η πολιτική διάσταση κα αναφέρεται στις λογιστικά ειλημμένες αποφάσεις του υπουργείου παιδείας προκειμένου να ικανοποιήσει τις μνημονιακές ρήτρες. Σε εκείνους που προσπαθούν να πείσουν ότι αυτές οι συγχωνεύσεις είναι σύμφωνες με προεκλογικά προγράμματα, έχουμε να θυμίσουμε ότι οι προεκλογικές υποσχέσεις αύξησης των δαπανών για την παιδεία δε συμβαδίζουν με τη μείωση σχολείων και εκπαιδευτικών.
Κι ενώ το θέμα είναι μόνο πολιτικό, το υπουργείο προσπαθεί να το εμφανίσει ως ένα μέτρο με παιδαγωγικά οφέλη, προκειμένου να αμβλύνει τις ενστάσεις και να μετατοπίσει τη συζήτηση σε ένα λογικοφανές επίπεδο επιχειρημάτων. Βέβαια το υπουργείο ουδέποτε στήριξε τα «παιδαγωγικά» του επιχειρήματα σε επιστημονικές έρευνες και πολύ περισσότερο δεν εκλήθησαν σε διάλογο οι ίδιοι οι εκπαιδευτικοί ως άμεσα εμπλεκόμενοι να εκφράσουν απόψεις.
Ωστόσο το υπουργείο έθεσε την παιδαγωγική διάσταση του θέματος επαγγελλόμενο το νέο πρόγραμμα του νέου σχολείου της νέας χρονιάς, το οποίο όμως πρόγραμμα ακόμη δεν είχε εξαγγελθεί όταν πάρθηκαν οι αποφάσεις των συγχωνεύσεων.
Εν μέσω λοιπόν μιας θολούρας υποτιθέμενων καινοτόμων προγραμμάτων, τα οποία απαιτούσαν μεγάλες σχολικές μονάδες για να υλοποιηθούν και τα οποία δεν τέθηκαν ακόμη υπό συζήτηση για την εκπαιδευτική και παιδαγωγική τους αξία, το υπουργείο μείωσε σχολεία και εκπαιδευτικούς με συνοπτικές διαδικασίες.
Το αποτέλεσμα ήταν οι κινητοποιήσεις γονέων, εκπαιδευτικών, τοπικών φορέων κλπ. επιχειρηματολογώντας στο λόγο του υπουργείου, με σκοπό να κρατήσουν ανοιχτό το σχολείο τους ο καθένας στον τόπο του.
Είναι προφανές ότι όταν προσπαθείς να συζητήσεις με όρους που μονομερώς τίθενται, τότε είναι σαν να προσπαθείς να αποδείξεις ότι δεν είσαι ελέφαντας και σαφώς ελάχιστες ως καθόλου είναι οι πιθανότητες να δικαιωθείς.
Θεωρούμε λοιπόν ότι σε λάθος βάση μπήκε αυτή η εκ των υστέρων συζήτηση. Οι λόγοι που επικαλείται το υπουργείο για τις συγχωνεύσεις όχι μόνο δεν είναι παιδαγωγικοί, αλλά είναι αντιπαιδαγωγικό να κλείνουν σχολεία και να μειώνονται οι εκπαιδευτικοί.
Αφενός οι παιδαγωγικοί μύθοι που ισχυρίζεται αυθαίρετα το υπουργείο, όπως ότι τα ολιγομελή τμήματα δεν προάγουν την εκπαιδευτική διαδικασία, εύκολα καταρρίπτονται από έρευνες που δείχνουν ότι το εκπαιδευτικό έργο εξυπηρετείται ακόμη και σε μικρές τάξεις.
Αφετέρου, είναι αντιπαιδαγωγικό να μην είναι το κριτήριο για τα σχολεία η όσο το δυνατόν εξατομικευμένη διδασκαλία, η παράλληλη στήριξη, η καθημερινή και πληρης παρουσία στο σχολείο όλων των ειδικοτήτων προκειμένου να ενσωματώνονται στο σύλλογο διδασκόντων ώστε να αλληλεπιδρούν σε κοινές ώρες διδασκαλίας και να υλοποιούν κοινά εκπαιδευτικά και παιδαγωγικά προγράμματα, η οργανική και λειτουργική σύνδεση του σχολείου με την κοινότητα, τα παιδαγωγικά προγράμματα που θα αφορούν την ώρα του διαλείμματος και θα βοηθούν στην αντιμετώπιση του bulling και άλλες προτάσεις οι οποίες δεν είναι στην πρόθεση αυτού του άρθρου.
Αποτελεί ειρωνεία ότι κάποιες από τις παραπάνω προτάσεις είναι στις σκέψεις του Παιδαγωγικού Ινστιτούτου, αλίμονο όμως και καθ΄ ομολογίαν του είναι μη πραγματοποιήσιμες αφού προϋποθέτουν επιπλέον δαπάνες.
Τι θα προσπαθήσει να κάνει το υπουργείο ενδυόμενο το προσωπείο της εκπαιδευτικής μεταρρύθμισης; Να μπορέσει να υλοποιήσει κάποια τέτοια μέτρα αλλά σε λίγα σχολεία. Τι εμποδίζει τέτοια εκπαιδευτικά και παιδαγωγικά μέτρα να εφαρμοστούν σε όλα τα σχολεία; Ότι δεν υπάρχουν τα χρήματα και χρειάζονται περισσότεροι εκπαιδευτικοί.
Επομένως, δεν ισχύει ότι τέτοια μέτρα εμποδίζονται να υλοποιηθούν από τα λίγα τετραγωνικά ή τις ολιγομελής τάξεις. Αλλά είναι ότι δεν διαθέτουν χρήματα για να γίνουν σε όλα τα σχολεία μικρά και μεγάλα. Επιπλέον το μνημόνιο απαιτεί περικοπές σε μισθούς, άρα λιγότερους εκπαιδευτικούς. Το ζήτημα των συγχωνεύσεων δεν έχει να κάνει με λιγότερα- μεγαλύτερα σχολεία που ισοδυναμούν με καλύτερα εκπαιδευτικά προγράμματα αλλά με περισσότερα –μικρότερα σχολεία που σημαίνουν περισσότερα χρήματα τα οποία το ΔΝΤ μας απαγορεύει.
Εκβιαστικά λοιπόν μας εξωθεί το Υπουργείο στο να υποκύψουμε σε ένα μονόδρομο αποφάσεων, αυτόν του κλεισίματος των σχολείων, ενοχοποιώντας μας όμως όταν αντιδρούμε, αφού είναι σαν εμείς να μη θέλουμε το καλό των παιδιών μας, δηλαδή μεγαλύτερα σχολεία –καλύτερη παιδεία. Η δική μας απάντηση σε αυτές τις σοφιστείες είναι ότι επιλέγουμε και μικρότερα σχολεία και καλύτερη παιδεία.
Βέβαια, εδώ θα προσκρούσουμε στη ειλημμένες Μνημονιακές αποφάσεις. Κάποια σχολεία θα κλείσουν. Αντί να πέσουμε την παγίδα να βλέπουμε το δάχτυλο κι όχι το φεγγάρι, το εξυπνότερο που έχουμε να κάνουμε είναι να διαθέτουμε μια εναλλακτική λύση. Φυσικά, δεν αναφερόμαστε σε προτάσεις που προφασίζονται τις εναλλακτικές, προκειμένου να τύχουν μικροπολιτικά και μικροκομματικά οφέλη.
Αντίθετα, η λύση χρειάζεται να είναι πολιτική. Αυτό μπορεί να συμβεί μόνο εάν οι τοπικές κοινωνίες και οι φορείς Τοπικής Αυτοδιοίκησης επωμιστούν την ευθύνη της λειτουργίας των σχολείων υπό κατάργηση. Ο Καλλικράτης ενώ εκχωρεί περισσότερες αρμοδιότητες στους δήμους για τα θέματα των σχολείων, παρόλα αυτά αυτές οι αρμοδιότητες εξαντλούνται σε θέματα οικονομίστικα. Εάν οι δήμοι θέλουν να λειτουργήσουν ως γνήσιοι εκφραστές μιας τοπικής αυτοδιοίκησης κι όχι σε θέση διεκπεραιωτή ή ανδρείκελου μιας κεντρικής εξουσίας, η οποία έχει χάσει την επαφή της με τον κόσμο και συνθλίβει τις δίκαιες απαιτήσεις και διεκδικήσεις του, τότε να αναλάβει πρωτοβουλίες λειτουργίας των σχολείων σε συνεργασία τόσο με τους γονείς όσο και με τους εκπαιδευτικούς. Οι νόμοι που δεν μας ταιριάζουν καταργούνται στην πράξη. Νέες λειτουργίες αυτοδιαχείρισης από τολμηρούς αυτοδιοικητικούς μπορούν να εξασφαλίσουν τόσο τη λειτουργία όλων των σχολείων όσο και την κοινωνική συναίνεση και αρμονία.
Η πρόταση είναι ξεκάθαρη. Να αναλάβουν εξ ολοκλήρου οι δήμοι το κόστος λειτουργίας των σχολείων υπό κατάργηση. Τόσο το κόστος των λειτουργικών εξόδων όσο και τις δαπάνες των μισθών των εκπαιδευτικών. Μπορεί να φαίνεται εξωπραγματικό αλλά είναι εφικτό. Οι καινοτομίες απαιτούν θάρρος και αποφασιστικότητα και σίγουρα είναι προτιμότερες από την κοινωνική- κοινοτική αλληλοσπάραξη.
*Ψυχολόγος BSc, MMed, ειδική παιδαγωγός