Κατηγορία: στήλες
Η λέξη της εβδομάδας (εβδομάδα 39, 2014)
Στόμφος (ο) χωρίς πληθυντικό
1. ο επιτηδευμένος λόγος, η επιλογή εντυπωσιακών λέξεων, φράσεων κλπ, το πομπώδες ύφος στην ομιλία για λόγους επιδείξεως ή για καυχησιολογία: μιλούσε με ~ και έπαρση για τα επιτεύγματά του || απαγγέλλει με ~
ΣΥΝ.: μεγαλοστομία, μεγαληγορία, φανφαρονισμός ΑΝΤ.: λιτότητα, φυσικότητα (ύφους, λόγου).
2. (γενικότ.) η υπερβολή στην έκφραση, η χρήση πομπωδών και επιτηδευμένων μέσων έκφρασης: είναι κακός ηθοποιός, παίζει παλιομοδίτικα, με πολύ ~. ΑΝΤ. Φυσικότητα
Γ. Μπαμπινιώτη, Λεξικό της νέας Ελληνικής γλώσσας, Β΄ έκδοση, Γ΄ ανατύπωση 2006 εμπλουτισμένη – σελίδα 1659
Η λέξη της εβδομάδας (εβδομάδα 38, 2014)
Επιτηδευμένος, -η, -ο: αυτός που στερείται φυσικότητας, προσποιητός: ~ ύφος, τρόποι
ΣΥΝ. εξεζητημένος, φτιαχτός
Γ. Μπαμπινιώτη, Λεξικό της νέας Ελληνικής γλώσσας, Β΄ έκδοση, Γ΄ ανατύπωση 2006 εμπλουτισμένη – σελίδα 660
Καλό μήνα από την “Περισκόπηση” !
Η λέξη της εβδομάδας (εβδομάδα 35, 2014)
Κεχηνώς, -υία, -ός
(κεχην-ότος, -ότα | -ότες (ούδ. -ότα), -ότων) (αρχαιπρ. Κυρ. Στο αρσ) αυτός που χάσκει, που έχει μείνει με το στόμα ανοιχτό από την έκπληξη: κοίταζε κεχηνώς
ΣΥΝ. Κατάπληκτος – κεχηνότως επίρρ.
Γ. Μπαμπινιώτη, Λεξικό της νέας Ελληνικής γλώσσας, Β΄ έκδοση, Γ΄ ανατύπωση 2006 εμπλουτισμένη – σελίδα 887
Διαρρήδην επιρρ. (αρχαιοπρ.)
χωρίς περιστροφές ή υπεκφυγές: υποστήριξε ~ τις διεκδικήσεις του.
ΣΥΝ. ρητά, κατηγορηματικά, απερίφραστα, αναφανδόν
Γ. Μπαμπινιώτη, Λεξικό της νέας Ελληνικής γλώσσας, Β΄ έκδοση, Γ΄ ανατύπωση 2006 εμπλουτισμένη – σελίδα 492
.