Κατηγορίες
στήλες

Η λέξη της εβδομάδας (εβδομάδα 18, 2016)

libri3Δεκάζω

ρ. μτβ. {δέκασ-α, -τηκα | λογ. –θηκα}

δίνω χρήματα ή δώρα, κρ. σε δικαστή ή μάρτυρα, για να τους εξαγοράσω · δωροδοκώ (πβ. λ. αδέκαστος)

ΣΥΝ: εξαγοράζω, διαφθείρω – δεκασμός (ο) μτγν.

Γ. Μπαμπινιώτη, Λεξικό της νέας Ελληνικής γλώσσας, Β΄ έκδοση, Γ΄ ανατύπωση 2006 εμπλουτισμένη – σελίδα 459