Κατηγορίες
άρθρα ιστορία

Άρθρο (Γρ. Γιοβανόπουλος): «6 ΑΠΡΙΛΙΟΥ 1941 – Από την εποποιία στην κατάρρευση»

Εδώ και αρκετά πλέον χρόνια η μικρή μας χώρα βρίσκεται στη δίνη αυτής της τρομερής οικονομικής κρίσης που δοκιμάζει βασανιστικά τις αντοχές του λαού, που τσακίζει την κοινωνική συνοχή, που θέτει εν αμφιβόλω την εθνική κυριαρχία και τις σχέσεις μας με τους εταίρους μας της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

grigorisgiovanopoulosΜιας Ευρωπαϊκής Ένωσης που μεταβάλλεται ολοένα σε (οικονομική) ηγεμονία της Γερμανίας παρά σε πολιτική ένωση κυρίαρχων κρατών.

Η Γερμανία βέβαια καλά θα έκανε να μελετήσει αρχαία Ελληνική ιστορία για να διαπιστώσει την τύχη της Αρχαίας Αθήνας όταν μετέτρεψε την συμμαχία των Ελληνικών πόλεων εναντίον του περσικού κινδύνου, σε δική της ηγεμονία.

Όμως μιας και βρισκόμαστε στις πρώτες μέρες του Απρίλη, ας θυμηθούμε εκείνες τις μέρες του Απρίλη του 1941 όταν η πανίσχυρη Γερμανική πολεμική μηχανή χτυπούσε πισώπλατα την μικρή και ηρωική μας χώρα που πέρα από κάθε λογική αντιστέκονταν στις τεράστιες δυνάμεις του φασισμού παρά τα λάθη και την ηττοπάθεια της ηγεσίας της.

Όταν στις τρεις παρά δέκα το πρωί της 28ης Οκτωβρίου του 1940 ο Ιταλός Πρεσβευτής Κόμης Εμμανουέλλε Γκράτσι επέδιδε στον Ιωάννη Μεταξά το ιταλικό τελεσίγραφο

…………………Η Ιταλική Κυβέρνησις ζητεί από την Ελληνικήν Κυβέρνησιν όπως δώση αυθωρεί εις τας στρατιωτικάς αρχάς τας αναγκαίας διαταγάς ίνα η κατοχή αυτή δυνηθή να πραγματοποιηθή κατά ειρηνικόν τρόπον. Εάν τα ιταλικά στρατεύματα ήθελον συναντήση αντίστασιν, η αντίστασις αυτή θα καμφθή δια των όπλων και η Ελληνική Κυβέρνησις θα έφερε τας ευθύνας, αι οποίαι ήθελον προκύψη εκ τούτου………

Παίρνοντας την απάντηση «Alors c’ est la guerre» , κανείς (εκτός βέβαια από τον γενναίο Ελληνικό λαό) δεν θα μπορούσε να φανταστεί πως σε λιγότερο από ένα μήνα οι κορδωμένοι Ιταλοί φασίστες του Μουσολίνι θα έτρεχαν πανικόβλητοι, κυνηγημένοι από τον Ελληνικό στρατό. Κορυτσά, Αργυρόκαστρο, Άγιοι Σαράντα Χιμάρα, Πρεμετή νιώθουν το αέρα της ελευθερίας. Το σκηνικό έχει πλέον αλλάξει και ο στόχος των Ελλήνων είναι να «ρίξουν τους Ιταλούς» στη θάλασσα. Την Άνοιξη του 1941 οι Ιταλοί εξαπολύουν την περιβόητη «εαρινή» επίθεση η οποία εκφυλίζεται σε λιγότερο από 10 μέρες. Έπρεπε λοιπόν να δοθεί κάποια λύση προτού αυτός ο αστάθμητος παράγοντας τινάξει στον αέρα τα σχέδια του Άξονα.

ιντζος3Έτσι θα αναλάβουν δράση οι Γερμανοί.

Από τις αρχές του Ιούλη του 1940 ο Χίτλερ εξέταζε την περίπτωση να αναμετρηθεί με τους Ρώσους, με τους οποίους τον συνέδεε μια λυκοφιλία στα πλαίσια της οποίας μοιράστηκαν την Πολωνία (όπου οι «καλοί» Σοβιετικοί κατέσφαξαν τους Πολωνούς αξιωματικούς στο δάσος του Κατύν). Οι Γερμανοί πάντα ήθελαν να επεκταθούν προς τα Ανατολικά κάνοντας πράξη το “Drag nach Osten”, αλλά τώρα πίστευαν ακράδαντα πως θα τα κατάφερναν. Θα έδιναν άλλωστε και ένα ισχυρό μήνυμα στους Δυτικούς πως στρέφονται κατά της Σοβιετικής απειλής και ίσως να πετύχαιναν μια έντιμη ειρήνη μ’ αυτούς και ένα ακόμη ποιο έντιμο ξαναμοίρασμα του κόσμου με αυτούς πλέον μέσα στο ανόσιο αυτό παιχνίδι.

Έτσι στις 18 Δεκεμβρίου 1940 με πλήρη μυστικότητα καταρτίσθηκε τελικά το σχέδιο επίθεσης που πήρε την συνθηματική ονομασία «επιχείρηση Μπαρμπαρόσσα».

Όμως ήταν αδύνατο να εξορμήσει ο Γερμανικός στρατός στις αχανείς πεδιάδες της Ρωσίας αν δεν είχε πλήρως εξασφαλισμένα τα πλευρά του. Όσο η Ελλάδα στεκόταν στα πόδια της, οι πετρελαιοπηγές της Ρουμανίας θα κινδύνευαν από την αεροπορία των Άγγλων. Έπρεπε λοιπόν να λυθεί το Ελληνικό πρόβλημα με γερμανική στρατιωτική ενέργεια. Έτσι προέκυψε η «επιχείρηση Μαρίτα» η οποία στο σχεδιασμό της προηγήθηκε εκείνης του «Μπαρμπαρόσσα».

Στις προπαρασκευαστικές και πολιτικές προετοιμασίες που ξεκίνησαν πρώτη προσχώρησε στον Άξονα η Ρουμανία στην οποία συγκεντρώθηκε η 12η Γερμανική στρατιά.

Η άσπονδη φίλη μας Βουλγαρία που δεν έπαψε ποτέ να εποφθαλμιά την Μακεδονία, δεν προσχώρησε επίσημα αλλά παρόλα αυτά σιωπηρά επέτρεψε την είσοδο Γερμανικών δυνάμεων που ετοίμαζαν τις απαραίτητες εγκαταστάσεις για να υποδεχτούν την 12η Γερμανική στρατιά του Στρατάρχη Βίλχελμ Φον Λιστ που θα ερχόταν από τη Ρουμανία και η οποία μπήκε στη Βουλγαρία «σαν ποταμός χάλυβος» στις 2 Μαρτίου του 1941. Ήταν πλέον ολοφάνερο πως ο στόχος ήταν η Ελλάδα. Υπήρχε όμως και η Γιουγκοσλαβία που συνδέονταν με την Ελλάδα με το Βαλκανικό σύμφωνο του 1934 και που τα εδάφη της είχαν μεγάλη σπουδαιότητα για την εκστρατεία εναντίον της Ελλάδας.

Ο Χίτλερ προσπάθησε να την προσεταιρισθεί προσφέροντάς της τη Θεσσαλονίκη πράγμα που το κατάφερε καθώς στις 17 Μαρτίου 1941 το Γιουγκοσλαβικό Συμβούλιο του Στέμματος αποφάσισε την προσχώρηση της χώρας στον Άξονα με ουσιαστικό αντάλλαγμα τη Θεσσαλονίκη.

Τώρα τα πράγματα άλλαζαν άρδην. Η άμυνα των Ελλήνων δεν θα μπορούσε να στηριχθεί μόνο στα οχυρά της γραμμής Μεταξά καθώς όλη η Ελληνογιουγκοσλαβική μεθόριος και κυρίως η κοιλάδα του Αξιού θα ήταν ανοιχτές στα Γερμανικά στρατεύματα. Όμως στις 27 Μαρτίου 1941 ξέσπασε πραξικόπημα καθώς και λαϊκή εξέγερση στις σερβικές περιοχές που ανέτρεψε την φιλογερμανική κυβέρνηση Τσβέτκοβιτς και έφερε στην εξουσία το Στρατηγό της αεροπορίας Ντούσαν Σίμοβιτς από τον οποίο όλοι περίμεναν πως θα ακύρωνε τη συμφωνία και θα βοηθούσε την Ελλάδα. Τίποτα από αυτά όμως δεν συνέβη. Η νέα κυβέρνηση προσπάθησε να πείσει τους Γερμανούς πως θα εφαρμόσει τη συμφωνία αλλά οι διαβεβαιώσεις τους δεν ήταν αρκετές για τους Γερμανούς.

Εξαγριωμένος ο Χίτλερ είπε: «Στη Γιουγκοσλαβία εξερράγη κίνημα που ανέτρεψε την Κυβέρνηση Τσβέτκοβιτς. 1941 2Το σύμφωνο που έχει νωπή την μελάνη της Γιουγκοσλαβικής υπογραφής σκίστηκε και αναμφιβόλως η χώρα αυτή τάχθηκε ήδη στο πλευρό των εχθρών μας. Αποφάσισα να τη συντρίψω στο μικρότερο δυνατό διάστημα».

Και έτσι έγινε. Μέσα σε τρεις ημέρες και μετά από ανηλεή βομβαρδισμό οι Γερμανικές φάλαγγες συνέτριψαν την υποτυπώδη Γιουγκοσλαβική επίθεση και ξεκίνησαν την πλαγιοκόπηση της Ελλάδας.

Το πρωί της Κυριακής 6 Απριλίου 1941 η 2η Μεραρχία τεθωρακισμένων του Γερμανικού στρατού εισβάλει από το Πετρίτσι στη Γιουγκοσλαβία και την άλλη μέρα κατεβαίνει στη Γευγελή. Στις 8 του Απρίλη εισβάλει στην Ελλάδα από την ανοχύρωτη κοιλάδα του Αξιού και αφού συναντιέται με την 6η Γερμανική μεραρχία σαν αμαξοστοιχίες που εκτελούν με ακρίβεια το δρομολόγιό τους, κατευθύνονται μαζί προς τη Θεσσαλονίκη όπου μπαίνουν στις 9 Απριλίου και υψώνουν τη σβάστικα (αρχαιοελληνικό σύμβολο που «δανείστηκαν» οι Γερμανοί) στο Λευκό πύργο.

Η συνέχεια είναι γνωστή.1941 1

Στις 20 Απριλίου οι Στρατηγοί Τσολάκογλου (άξιος απόγονος του κοτσάμπαση των Αγράφων που πρόδωσε τον Κατσαντώνη στον Αλή Πασά και που τα σπίτια του έκαψε για εκδίκηση ο Καραϊσκάκης), Δεμέστιχας και Μπάκος μετά την εγκληματική ολιγωρία της ηγεσίας (Παπάγος, Γεώργιος…) παραδίδουν το στρατό των νικητών στους Γερμανούς και δευτερευόντως στους ηττημένους φανφαρόνους Ιταλούς.

Εν συνεχεία οι γερμανικές φάλαγγες καταδιώκοντας συνεχώς τους Άγγλους θα μπουν στις 27 Απριλίου στην Αθήνα και αφού υψώσουν τη Γερμανική σημαία στην Ακρόπολη και στο Δημαρχείο θα στείλουν το ακόλουθο μήνυμα στον Χίτλερ στο Βερολίνο:

«Φύρερ μου Την 27η Απριλίου 1941 και ώρα 8.10’ πρωινήν εφθάσαμε στην Αθήνα ως πρώτα Γερμανικά στρατεύματα και την 8.45’ υψώσαμε την Γερμανική σημαία στην Ακρόπολη και στο Δημαρχείο.

χαιλ μάιν Φύρερ

Ίλαρχος Γιακόμπι

Του 10ου Συντάγματος του Βραδεμβούργου

Υπολοχαγός Ελσίντς της 6ης ορεινής Μεραρχίας.»

Έτσι άρχισε η μαύρη σελίδα της Κατοχής.

Όμως εδώ θα κάνουμε ένα φλας –μπακ για να φωτίσουμε κάποιες αθέατες πλευρές που έπαιξαν σημαντικότατο ρόλο στις εξελίξεις, καθώς και για να καταδείξουμε το ρόλο ανθρώπων και θεσμών που με τα λάθη, τις παραλείψεις, ή τις σκοπιμότητές τους καθόρισαν την πορεία των γεγονότων

Η επίσημη ιστοριογραφία προσπάθησε για χρόνια να μας πείσει και μάλλον μας έπεισε για τον αιφνιδιασμό της Ελλάδας και για το ανέτοιμο και απροπαρασκεύαστο των ενόπλων Δυνάμεων. Είναι προφανές πως αυτή η προσέγγιση είναι ιδιαίτερα «συμφέρουσα».

Αφενός υπερτονίζουμε την πολεμική αρετή, την γενναιότητα, την αυτοθυσία των Ελλήνων και αφετέρου αποκρύβουμε τις όποιες παραλείψεις, τα εγκληματικά λάθη, τις σκοπιμότητες ή τις προδοτικές ενέργειες των πρωταγωνιστών και συνεχίζουμε ακόμη να κοιτάμε με καμάρι τις φωτογραφίες του Μεταξά, του Γεωργίου Β’, του Στρατάρχη Παπάγου, αγνοώντας άλλους πραγματικούς ήρωες που πολέμησαν ηρωικά στα μέτωπα και όχι στις αίθουσες του «Μεγάλη Βρετανία» στην Αθήνα.

ιντζος 1Η ΣΥΣΚΕΨΗ

Στις 22 Φεβρουαρίου 1941 σε μια βουβή, μουντή, συννεφιασμένη μέρα που το φάσμα του Γερμανικού «μπλίτσκριγκ» του κεραυνοβόλου πολέμου διαγράφονταν στο σκοτεινό ορίζοντα, ένα αγγλικό στρατιωτικό αεροπλάνο προσγειώθηκε στο αεροδρόμιο του Τατοϊου και τέσσερις άνδρες κατέβηκαν βιαστικά. Ήταν ιδιαίτερα σημαντικοί αυτοί οι άνδρες. Ήταν ο Άντονυ Ήντεν Υπουργός των εξωτερικών, ο αρχηγός του αυτοκρατορικού επιτελείου στρατηγός Ντηλ, ο αρχηγός των αεροπορικών δυνάμεων της Μέσης Ανατολής στρατάρχης Λόγκμαρ και ο Πλοίαρχος Ντίκι ως αντιπρόσωπος του στόλαρχου της Μεσογείου Ναυάρχου Κάνιγχαμ.

Μπήκαν αμέσως στο γραφείο του Βασιλιά όπου τους περίμενε ο Γεώργιος, ο Πρωθυπουργός Κορυζής, ο Αρχιστράτηγος Αλέξανδρος Παπάγος και εκπρόσωποι του στρατού, του Ναυτικού και της αεροπορίας.

Το θέμα της σύσκεψης; θεωρούνταν ήδη σίγουρο πως η Γερμανία θα επιτίθονταν στην Ελλάδα. Έτσι τα ερωτήματα ήταν :

-τι θα έκανε η Ελλάδα, θα πολεμούσε;

-τι θα πρόσφερε η Αγγλία,

-και αν τελικά αντιστέκονταν η Ελλάδα σε ποιο μέτωπο θα αμύνονταν.

Είδαμε προηγούμενα πως η Ρουμανία προσχώρησε στον Άξονα στις 23 Νοεμβρίου 1940 και η Γερμανία βρισκόταν σε διαπραγματεύσεις με τη Βουλγαρία και τη Γιουγκοσλαβία, ενώ είχε καταρτίσει τα σχέδια Μαρίτα και Μπαρμπαρόσσα τα οποία βέβαια αγνοούσαν οι συμμετέχοντες στη σύσκεψη της 22ας Φεβρουαρίου στο Τατόι.

Αυτοί γνώριζαν προς το παρόν και υπολόγιζαν τις κολοσσιαίες δυνάμεις της Γερμανίας καθώς και τις αδύναμες Ελληνικές .

Συγκεκριμένα: Η 12η Γερμανική στρατιά του Στρατάρχη Βίλχελμ φον Λιστ περιελάμβανε 24 Μεραρχίες ,από τις οποίες οι τρεις τεθωρακισμένες και οι δύο μηχανοκίνητες, καθώς και την 8η αεροπορική δύναμη.

Απέναντί τους θα υπήρχαν μόνο πέντε Μεραρχίες καθώς και η φρουρά των οχυρών. Ειδικότερα οι δυνάμεις αυτές συγκροτούσαν το ΤΣΑΜ (Τμήμα Στρατιάς Ανατολικής Μακεδονίας) με διοικητή τον Αντιστράτηγο Μπακόπουλο, 3100 αξιωματικούς και 62000 οπλίτες. Το μέτωπο ανατολικής Μακεδονίας–Θράκης είχε μήκος 360 περίπου χιλιόμετρα από τα οποία τα 170 κάλυπτε η περίφημη «γραμμή Μεταξά» με επιφανειακά έργα, με συγκροτήματα υπόγεια, περίκλειστα οχυρά και μόνιμες εγκαταστάσεις. Η χρησιμότητά της αποδείχτηκε αμφίβολη (για να μην πω κάτι άλλο) καθώς στηρίζονταν στην υποτιθέμενη αντίσταση της Γιουγκοσλαβίας και παραγνώριζε τις συνθήκες του σύγχρονου πολέμου. Άλλωστε και οι αντίστοιχες ευρωπαϊκές μόνιμες οχυρωματικές γραμμές ελάχιστα βοήθησαν (γραμμή Μαζινώ στη Γαλλία, εμπέν εμαέλ στο Βέλγιο). Εξάλλου στην ελληνογιουγκοσλαβική μεθόριο δεν έγινε καμία προσπάθεια οχύρωσης παρόλο που μεσολάβησαν 4 μήνες μέχρι την γερμανική επίθεση.

Ο στρατηγός Καθενιώτης επικρίνει εντονότατα την ηγεσία και τους επιτελείς προτείνοντας «να πάνε όλοι σπίτια τους»

Εκεί λοιπόν θα αντέτασσε την άμυνα η Ελλάδα όταν της επιτίθονταν οι τευτονικές φάλαγγες; Το τραχύ–ορεινό έδαφος που διέθετε η Ελλάδα ήταν παράγοντας θετικότατος για την άμυνα αλλά έπρεπε να αξιοποιηθεί στον υπέρτατο βαθμό.

Οι Άγγλοι έβλεπαν την κατάσταση ψυχρά και φυσικά ωφελιμιστικά και ήθελαν ριζική αναδιάρθρωση όλου του ελληνικού στρατού μαζί και της στρατιάς της Αλβανίας.

Έτσι πρότειναν να αναδιπλωθεί η στρατιά προς τα ανατολικά, να εγκαταλειφθεί ένα τμήμα της Ηπείρου και ολόκληρη η ανατολική Μακεδονία και η άμυνα να οργανωθεί στους ορεινούς όγκους και στις οροσειρές όπου χρειάζονταν λίγα έργα οργάνωσης και όπου αν χρειάζονταν θα μπορούσαν να συμπτυχτούν σε αντίστοιχες θέσεις προκαλώντας μεγάλη φθορά στον εχθρό ώσπου να αναχαιτιστεί η εισβολή . Έτσι κατά τη γνώμη τους θα αξιοποιούνταν στο έπακρο η εδαφική ιδιομορφία της Ελλάδας.

Εκ πρώτης όψεως φαινόταν ένα εξαιρετικό σχέδιο (εξυπηρετούσε πλήρως τους μακροπρόθεσμους Αγγλικούς σχεδιασμούς). Η ελληνική πλευρά όμως είχε αντιρρήσεις πιστεύοντας πως δεν έπρεπε να εγκαταλειφθούν εδάφη που καταλήφθηκαν με τόσες θυσίες στα δυτικά καθώς και εθνικά ευαίσθητες περιοχές στα ανατολικά. Επιπρόσθετα ένα ακόμη δίλημμα βάραινε την Ελληνική πλευρά. Αν εγκατέλειπε την ανατολική Μακεδονία θα απομονώνονταν η Γιουγκοσλαβία καθώς ανεφοδιάζονταν μόνο από το λιμάνι της Θεσσαλονίκης. Όμως ο Ήντεν επέμεινε «Είμαι στη δυσάρεστη θέση να σας καταστήσω γνωστό ότι δυστυχώς οι ελπίδες μας να βγουν στον πόλεμο μαζί μας η Τουρκία και η Γιουγκοσλαβία είναι πια ελάχιστες».

Μετά από έντονη συζήτηση αποφασίστηκε τελικά ο στρατός της Αλβανίας να παραμείνει ως είχε αλλά θα εγκαταλείπονταν η ανατολική Μακεδονία και το μέτωπο θα οργανώνονταν στη γραμμή Καϊμακτσαλάν, Βέρμιο, Όλυμπος και σε περίπτωση παραβίασης της ουδετερότητας της Γιουγκοσλαβίας θα γινόταν στροφή προς τα δυτικά και συνένωση με το αλβανικό μέτωπο.

Όλες αυτές οι κινήσεις βέβαια προϋπέθεταν ακλόνητη απόφαση της ελληνικής ηγεσίας να δώσει ουσιαστικό και όχι συμβολικό αγώνα

Ήταν όμως έτσι; Υπήρχε τέτοια πίστη; Ή μήπως δεν πίστευαν σε καμία λύση; Γιατί τόση επιμονή να μην μετακινηθεί η στρατιά της Αλβανίας;

Αν επρόκειτο να δώσει η Ελλάδα ουσιαστική μάχη εναντίον των Γερμανών γιατί να μην χρησιμοποιηθεί το σημαντικότερο τμήμα του στρατού;

Μήπως τελικά η ηγεσία πίστευε ότι ήταν μάταια κάθε προσπάθεια και ότι θα γινόταν θα ήταν για την τιμή των όπλων;

Σε λίγες μέρες στις 1 Μαρτίου 1941 ένας από τους Στρατηγούς που μάλλον δεν θεωρούσε εκ των προτέρων χαμένη τη μάχη, ο αντιστράτηγος Ιωάννης Πιτσίκας διοικητής του ΤΣΔΜ (Τμήμα Στρατιάς Δυτικής Μακεδονίας) υπέβαλλε προς το Γενικό Στρατηγείο (δηλαδή τον Παπάγο, και τον Βασιλιά) μια ιστορική αναφορά:

«Κρίνομεν ότι η κατάστασις του στρατού εκστρατείας είναι δυνατόν να μη καταστή κρίσιμος, εάν από τούδε ληφθούν τα επόμενα μέτρα προς απόκτησιν δυνατότητος διά να οργανωθεί νέον μέτωπον ακολουθόν την επόμενην χάραξιν:  Οροσειρά των Πιερίων ορέων-Αλιάκμον ποταμός – Βενέτικος ποταμός- Πίνδος και εν συνεχεία επέκτασις προς το θέατρον επιχειρήσεων Ηπείρου οπουδήποτε τούτο ήθελε σταθεροποιηθεί. Διά του τρόπου τούτου θα δυνηθώμεν να καλύψωμεν δι ‘ ολόκληρον ίσως το1941 την Παλαιάν Ελλάδαν και να παραμείνωμεν ως υπολογίσιμος στρατιωτικός παράγων εν τη Βαλκανική».

Βεβαίως ο Στρατηγός Πιτσίκας δεν γνώριζε το σχέδιο Μπαρμπαρόσα και το σχέδιο Μαρίτα , όπως επίσης πως προϋπόθεση του πρώτου ήταν η επιτυχία του δευτέρου ως το τέλος της Άνοιξης .

Έτσι αν εφαρμοζόταν η πρότασή του και ο στρατός άντεχε την πίεση περίπου δύο μήνες, ο Χίτλερ θα αναγκαζόταν για χάρη του μείζονα σκοπού (εκστρατεία κατά της Ρωσίας) να αποσυρθεί από τον ελάσσονα σκοπό (εκστρατεία στην Ελλάδα).

Όμως στην πρόταση του Στρατηγού Πιτσίκα το Γενικό Στρατηγείο δεν έδωσε καμία απάντηση. Την επόμενη βέβαια 2 Μαρτίου οι Βρετανοί επέστρεψαν από την Άγκυρα και έγινε αμέσως νέα σύσκεψη στην οποία συμμετείχε και ο αρχιστράτηγος Μέσης Ανατολής στρατηγός Ουέιβελ.

Η σύσκεψη υπήρξε δραματική γιατί η κατάσταση είχε επιδεινωθεί. Την προηγούμενη η Βουλγαρία είχε προσχωρήσει στον Άξονα και από τις 6 το πρωί της 2ας Μαρτίου άρχισε η ταχύτατη διείσδυση της 12ης στρατιάς που «σαν ποταμός χάλυβος , ο οποίος χυνόταν μακρύς και ατελείωτος ανάμεσα από πεδιάδες και κοιλάδες , ορεινές διαβάσεις και πόλεις» έμπαινε στη γειτονική Βουλγαρία.

Καταλάβαιναν όλοι την κρισιμότητα της κατάστασης και ο Άντονυ Ήντεν με έκδηλη αγωνία ρώτησε τον Παπάγο αν είχε αρχίσει η σύμπτυξη των δυνάμεων από την ανατολική Μακεδονία. Ο Παπάγος απάντησε «Όχι !Δεν έχουμε κάνει τίποτε»

«Στερούμενος επομένως της απαραιτήτου βάσεως διά την λήψην αποφάσεως, ουδεμίαν απόφασιν ηδυνάμην να λάβω». Δικαιολογήθηκε αργότερα

Οι Άγγλοι αντέδρασαν και ζήτησαν να αρχίσει η σύμπτυξη άμεσα αλλά ο Παπάγος απάντησε πως δεν μπορεί να γίνει αυτό γιατί υπάρχει ο κίνδυνος η γερμανική επίθεση να βρει τις ελληνικές δυνάμεις μετακινούμενες και να τις τσακίσει.

Ο Στρατηγός Ντηλ απάντησε πως οι Γερμανοί δεν μπορούν να αναλάβουν επίθεση πριν περάσουν δέκα μέρες (στην πραγματικότητα πέρασαν 34) .

ιντζος 2Έτσι αποφασίστηκε ένα νόθο σχέδιο άμυνας με το ΤΣΑΜ να αμύνεται στη γραμμή Μπέλες –Νέστος, εγκαταλείπεται η δυτική Θράκη και 2 Μεραρχίες με τους Άγγλους παίρνουν θέση στη γραμμή Όλυμπος- Βέρμιο-Καίμακτσαλαν. Βέβαια το σχέδιο δεν είχε εναλλακτική σε περίπτωση που οι Γερμανοί χρησιμοποιούσαν το έδαφος της Γιουγκοσλαβίας (πράγμα που έγινε).

Έτσι περίπου ήταν τα πράγματα όταν στις 5.15 το πρωί της 6ης Απριλίου 1941 εκδηλώθηκε η γερμανική επίθεση σε όλο το μέτωπο. Μέχρι το απόγευμα ο τομέας Ροδοπόλεως είχε σπάσει . Μεμονωμένες πράξεις άφθαστου ηρωισμού δεν μπορούσαν να ανατρέψουν τη ροή των γεγονότων. Στο φυλάκιο 162 που αντιστάθηκε μέχρι το μεσημέρι σκοτωθήκαν όλοι οι υπερασπιστές του.

Τότε μόνο σίγησε . Στην Ομορφοπλαγιά του Μπέλες, στο φυλάκιο Π9 (που ο γράφων είχε την τιμή να φροντίζει ως αρχιφύλακας του ομώνυμου φυλακίου) ο επικεφαλής Λοχίας Δημήτρης Ιντζος αφού εξάντλησε τις 36000 σφαίρες που είχε στη διάθεσή του γεμίζοντας την πλαγιά πτώματα , συνελήφθη από τους Γερμανούς.

Ο Διοικητής τους αφού τον συνεχάρη διέταξε να τον τουφεκίσουν. Ο Γερμανός διοικητής που παραλαμβάνει το οχυρό Παλιουριώνες παρατάσσει το τάγμα του, συγχαίρει το διοικητή του Ταγματάρχη Αλ. Χατζηγεωργίου και τον καλεί να το επιθεωρήσει μαζί του.

Στο Ρούπελ αφού ο διοικητής του Ταγματάρχης Γεώργιος Δουράτσος αφού απάντησε ότι «τα οχυρά δεν παραδίδονται, καταλαμβάνονται» όταν η αντίσταση ήταν παραπάνω από μάταιη και αφού είχε γίνει συνθηκολόγηση παρέδωσε το οχυρό την επομένη 10 Απριλίου, στις 06:00, αφού έλαβε διαταγή κατάπαυσης του πυρός.

Ο Γερμανός συνταγματάρχης που παρέλαβε το οχυρό Ρούπελ, έδωσε συγχαρητήρια στον διοικητή και εξέφρασε τον θαυμασμό και την εκτίμησή του για την αντίσταση και τον ηρωισμό των Ελλήνων στρατιωτών. Οι απώλειες της φρουράς του οχυρού Ρούπελ ανήλθαν σε 44 νεκρούς και 152 τραυματίες.

Αντίστοιχες καταστάσεις επανελήφθησαν και στα άλλα οχυρά και οι γενναίοι Έλληνες στρατιώτες έφυγαν με το κεφάλι ψηλά δίνοντας   μαθήματα αυταπάρνησης , αυτοθυσίας και περιφρόνησης προς τον θάνατο. Δυστυχώς η ανώτατη ηγεσία του επέδειξε ατολμία, ηττοπάθεια και φοβία. Σε ένα πράγμα όμως έμεινε σταθερή μέχρι τέλους. Στην ευθυγράμμιση με τους Άγγλους.

Άλλωστε αυτοί φιλοξενούσαν τον Γεώργιο από το 1922 έως το 1935 και αυτοί τον ξανάφεραν το1944 στην Ελλάδα και έτσι ξαναέγινε βασιλιάς μέχρι το θάνατό του.

Όσο για τον Αρχιστράτηγο; Αφού εκπόνησε το σχέδιο ΙΒ βάσει του οποίου παραδίδονταν εξαρχής όλη η Ήπειρος στους Ιταλούς, αφού διεύθυνε τις επιχειρήσεις από το «Μεγάλη Βρετανία», αφού δεν τόλμησε την σύμπτυξη που ίσως να άλλαζε τη ροή του πολέμου, εγκαταλείφθηκε από τον Βασιλιά (τον οποίο αυτός είχε πραξικοπηματικά επαναφέρει το 1935) αιχμαλωτίστηκε, ξαναέγινε Αρχιστράτηγος στον εμφύλιο, πήρε τον τίτλο του Στρατάρχη, πολιτεύτηκε και έγινε Πρωθυπουργός μέχρι το θάνατό του.

Ποιος να θυμάται τώρα τον Κατσιμήτρο, τον Φριζή, τον Πιτσίκα, το Μπακόπουλο, το Χατζηγεωργίου, τον Δουράτσο, τον Ίντζο και όλους τους ήρωες που πολέμησαν για τη νίκη της Ελλάδας ανιδιοτελώς πιστεύοντας μέχρι το τέλος στη νίκη;

Με τιμή

Γρηγόρης Γιοβανόπουλος

Δάσκαλος

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

-ΆΓΓΕΛΟΣ ΤΕΡΖΑΚΗΣ.Η Ελληνική Εποποιία 1940-1941, .ΕΣΤΙΑ, 1964

-Buchner Alex, Η γερμανικη εκστρατεια εις την Ελλαδα – επιχειρησεις της 12ης στρατιας ετους 1941 Αθήναι 1961

-ΓΕΣ-ΔΙΣ. Αγώνες εις την Ανατολικήν Μακεδονίαν και Δυτικήν Θράκην, 1941. ΑΘΗΝΑ 1956

– ΓΕΣ-ΔΙΣ. Το Τέλος μιας Εποποιίας, Απρίλιος 1941. ΑΘΗΝΑ 1959

– ΓΕΣ-ΔΙΣ. Επίτομη Ιστορία του Ελληνοϊταλικού και Ελληνογερμανικού Πολέμου 1940–1941 ΑΘΗΝΑ 1959

– Δ. Καθενιώτη «Αι κυριώτεραι στρατηγικαί φάσεις του πολέμου 1940-41»

-ΛΑΖΑΡΟΣ ΑΡΣΕΝΙΟΥ.”Η ανατομία του έπους 1940-41″, Δωδώνη 1998

-Παπάγος Αλέξανδρος, Ο πόλεμος τής Ελλάδος 1940-1941, Εκδ.Ίδρυμα Γουλανδρή – Χόρν, 1995

-ΤΑ ΦΟΒΕΡΑ ΝΤΟΚΟΥΜΕΝΤΑ Εποποιία και κατάρρευση από την Αλβανία στην κατοχή Αθήνα 1974

Μία απάντηση στο “Άρθρο (Γρ. Γιοβανόπουλος): «6 ΑΠΡΙΛΙΟΥ 1941 – Από την εποποιία στην κατάρρευση»”

Το όνομα του λοχία που δολοφονήθηκε στο Π8 (και όχι στο Π9) ύστερα από την ηρωϊκή του αντίσταση ήταν Δημήτριος Ίτσιος, και όχι “Ίντζιος”. Επίσης, η φωτογραφία που τον δείχνει νεκρό προέρχεται από το βιβλίο “Μάχη των Οχυρών, 6-10 Απριλίου 1941” των Κ. Λαγού και Πλ. Περαρή, Εκδόσεις Μουσείο Φωτογραφίας του Δήμου Καλαμαριάς “Χρήστος Καλμεκερής”.
Καλό Πάσχα!
Κωνσταντίνος Λαγός

Τα σχόλια είναι απενεργοποιημένα.