Κατηγορίες
παιδεία

Βέροια: σεμινάριο για εκπαιδευτικούς με θέμα “Ανίχνευση και αντιμετώπιση μαθησιακών δυσκολιών μέσα στη σχολική τάξη”

semveroia20141217_1Την Πέμπτη 18 -12-2014 στην αίθουσα πολλαπλών χρήσεων του 3ου και 14ου Δημοτικού Σχολείο Βέροιας, ο Σχολικός Σύμβουλος της 1ης εκπαιδευτικής περιφέρειας Φώτης Δ. Κουτσουπιάς, διοργάνωσε σεμινάριο για τους εκπαιδευτικούς των μικρών τάξεων της περιφέρειάς του.

Κεντρικός εισηγητής ήταν ο κ Πέτρος Σταγιόπουλος Σχολικός Σύμβουλος Πρωτοβάθμιας Εκπαίδευσης της Νάουσας με εξειδίκευση στην ειδική αγωγή, κάτοχος master Ε.Α. του Α.Π.Θ., Μαράσλειου Διδασκαλείου Ε.Α. και επί τέσσερα χρόνια Σχολικός Σύμβουλος Ειδικής Αγωγής Ανατολικής Θεσσαλονίκης.

Σκοπός του σεμιναρίου ήταν η διαχείριση και αντιμετώπιση των προβλημάτων και των δυσκολιών που αντιμετωπίζουν οι εκπαιδευτικοί στην τάξη και ο τρόπος που θα βοήθιουνται οι μαθητές με μαθησιακές δυσκολίες.

Στην εκπαιδευτική συνάντηση παραβρέθηκε ο Διευθυντής Εκπαίδευσης κ. Διαμαντόπουλος Διονύσης, ο Σχολικός Σύμβουλος περιοχής Αλεξάνδρειας Δρ. Χαλκιάς Γεώργιος και οι Διευθυντές του 3ου κ. Κωνσταντίνος Ζιάκας και του 14ου Αθανάσιος Σταυρίδης.

Μετά το σεμινάριο υποβλήθηκαν ερωτήσεις και ακολούθησε διάλογος.

Την τεχνική υποστήριξη και την επιμέλεια του σεμιναρίου είχε ο υπεύθυνος του Ολοήμερου Σχολείου κ. Βασίλειος Τουλιόπουλος.

—-

ΠΕΡΙΛΗΨΗ ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗΣ “Ανίχνευση και αντιμετώπιση μαθησιακών δυσκολιών μέσα στη σχολική τάξη”

Σταγιόπουλος Πέτρος, Σχολικός Σύμβουλος 2ης Περιφέρειας Δημοτικής Εκπαίδευσης Ν. Ημαθίας

Τα προβλήματα μάθησης αφορούν δυσκολίες στη μάθηση, στην επίδοση και στην προσαρμοστική συμπεριφορά τα οποία εντοπίζονται συνήθως στο πλαίσιο της γενικής εκπαίδευσης (Rutter, 1994). Παιδιά με τέτοιου είδους προβλήματα δυσκολεύονται ή και αδυνατούν να παρακολουθήσουν το πρόγραμμα της τάξης, σε ακραίες μάλιστα περιπτώσεις τα προβλήματα αυτά μπορεί να οδηγήσουν σε σχολική αποτυχία.

Σύμφωνα με διεθνείς στατιστικές το ποσοστό των παιδιών που εμφανίζουν τέτοιες δυσκολίες κυμαίνεται από 20-30% (Kaplan & Sadock, 1985). Τα προβλήματα μάθησης μπορεί να σχετίζονται είτε με χαρακτηριστικά του ίδιου του παιδιού είτε με την αλληλεπίδρασή του με το περιβάλλον (οικογενειακό – σχολικό – κοινωνικό). Η αιτιολογία τους έχει αποδοθεί σε προβλήματα από το νοητικό επίπεδο (αναπτυξιακές διαταραχές), ειδικές καθυστερήσεις στην εξέλιξη (εξελικτικές διαταραχές), ιατρικές καταστάσεις (αισθητηριακές ανεπάρκειες, κινητικές δυσκολίες), ψυχικά προβλήματα (νευρώσεις, παιδ. ψυχώσεις, προβλ. συμπεριφοράς & προσαρμογής) καθώς και σε ψυχοκοινωνικές καταστάσεις (πολιτισμική αποστέρηση, διγλωσσία, ανεπαρκείς συνθήκες διαβίωσης, δυσμενείς οικογενειακές συνθήκες, σοβαρά γεγονότα ζωής κ.α.) (Μαρκοβίτης & Τζουριάδου 1991, Τζουριάδου 1995).

Ο όρος μαθησιακές δυσκολίες χρησιμοποιείται στις ΗΠΑ για να περιγράψει τις ειδικές μαθησιακές δυσκολίες όπως τη δυσλεξία και τη δυσαριθμησιά, ενώ στη Βρετανία χρησιμοποιείται υπεργενικευμένα για να περιγράψει όλα τα προβλήματα μάθησης, επίδοσης και συμπεριφοράς, δηλαδή, τις ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες. Από τους παιδαγωγούς επίσης χρησιμοποιείται για κάθε πρόβλημα σχολικής υποεπίδοσης, ενώ από τους γιατρούς για κάθε αναπτυξιακή διαταραχή, όπως π.χ. αυτισμό.

Ένα βασικό πρόβλημα του πεδίου των μαθησιακών δυσκολιών είναι ότι δεν υπάρχει ένα θεωρητικό ερμηνευτικό πλαίσιο για τη διαταραχή, αλλά μόνο περιγραφή συμπτωμάτων που βασίζονται στις αξιολογήσεις. Ανάλογα λοιπόν με την αξιολογική προσέγγιση και την ειδικότητα κάθε επιστήμονα καθορίζεται το πεδίο των μαθησιακών δυσκολιών. Αυτός είναι και ο λόγος που υπάρχει σύγχυση στη χρήση των όρων από τους εκπαιδευτικούς και κατ’ επέκταση της εκπαιδευτικής αντιμετώπισης των μαθητών.

Το 1987 το National Joint Committee of Learning Disabilities των ΗΠΑ ύστερα από εξάχρονη διεπιστημονική έρευνα κατέληξε σε έναν ορισμό ο οποίος επιχείρησε να συγκεντρώσει τις διάφορες προσεγγίσεις (Hammill et al, 1987). Σύμφωνα με τον ορισμό αυτό «Μαθησιακές δυσκολίες είναι ένας γενικός όρος ο οποίος αναφέρεται σε μια ετερογενή ομάδα διαταραχών που προέρχονται από σοβαρές δυσκολίες στην εκμάθηση και την χρήση του λόγου, της ανάγνωσης, της γραφής, της λογικής σκέψης και των μαθηματικών ικανοτήτων. Οι διαταραχές αυτές είναι εγγενείς και υποστηρίζεται ότι οφείλονται σε δυσλειτουργία του Κεντρικού Νευρικού Συστήματος. Συχνά οι μαθησιακές δυσκολίες μπορεί να υπάρχουν κα σε άλλες συνθήκες ανεπάρκειας όπως λ.χ. σε αισθητηριακές βλάβες, νοητική καθυστέρηση, κοινωνικές ή συναισθηματικές διαταραχές. Μπορεί επίσης να συνυπάρχουν και με περιβαλλοντικού τύπου προβλήματα όπως π.χ. πολιτισμική αποστέρηση, ανεπαρκής διδασκαλία, κλπ. Πρέπει όμως να τονιστεί ότι δεν είναι άμεσο αποτέλεσμα των συνθηκών αυτών».

Τα συμπτώματα των μαθησιακών δυσκολιών γίνονται εμφανή κατά τη διάρκεια της φοίτησης στο σχολείο, εντούτοις πρόκειται για αναπτυξιακή διαταραχή με πρώιμα σημάδια από τη βρεφική ηλικία και ενδείξεις από την προσχολική, όπου μπορεί να πάρει τη μορφή είτε οπτικο-αντιληπτικών προβλημάτων είτε διαταραχών του λόγου (Μαρκοβίτης & Τζουριάδου, 1991).

Στην προσχολική ηλικία, οι πρώιμες ενδείξεις των μαθησιακών δυσκολιών εμφανίζονται με τη μορφή της εξελικτικής διαταραχής του λόγου, με δυσκολίες στην πρόσληψη και έκφραση του λόγου ή με την εξελικτική διαταραχή του συντονισμού, με δυσκολίες στην αδρή, τη λεπτή κινητικότητα και στον οπτικο-κινητικό συντονισμό.

Στη σχολική ηλικία, οι μαθησιακές δυσκολίες, που πρωτοεμφανίστηκαν στην προσχολική ηλικία, εξελίσσονται, ανάλογα, σε διαταραχή λόγου προληπτικού ή εκφραστικού τύπου, σε δυσκολίες ανάγνωσης (ειδική δυσκολία ανάγνωσης – δυσλεξία), δυσκολίες αριθμητικής (εξελικτική διαταραχή στην αρίθμηση – δυσαριθμησία) και υπερκινητικότητα, επηρεάζοντας τους βασικούς τομείς της σχολικής μάθησης όπως ανάγνωση, γραφή, κατανόηση, σκέφτομαι και γράφω, αριθμητική.

Οι μαθητές με μαθησιακές δυσκολίες φοιτούν συνήθως στη γενική εκπαίδευση είτε δέχονται υπηρεσίες ειδικής αγωγής. Η συμμετοχή του παιδιού στη μαθησιακή διαδικασία της τάξης, η προσαρμογή του στη συλλογική λειτουργία της ομάδας και η ανταπόκριση στους κανόνες λειτουργίας της, είναι τα βασικά κριτήρια με τα οποία κρίνεται το όφελος του μαθητή από την τυπική εκπαιδευτική διαδικασία (Barbas et al, 2006). Στην περίπτωση που ο μαθητής δεν ωφελείται επαρκώς από την τυπική εκπαιδευτική διαδικασία τότε παραπέμπεται για υποστήριξη στις δομές της ειδικής αγωγής.

Πώς μπορεί ο εκπαιδευτικός να διαχειριστεί την πολυμορφία του μαθητικού πληθυσμού και τις μαθησιακές δυσκολίες που εμφανίζει μέσα στην σχολική τάξη;

Το αναλυτικό πρόγραμμα για τους μαθητές με μαθησιακές δυσκολίες δεν πρέπει να αποκλίνει πολύ από το αναλυτικό πρόγραμμα του σχολείου. Οι μεγαλύτερες δυσκολίες των μαθητών εντοπίζονται στην ανάγνωση, στο γραπτό λόγο και στα μαθηματικά. Δυσκολεύονται επίσης στους νοερούς συλλογισμούς. Για να μπορέσουν οι μαθητές να ενταχθούν πρέπει «οι προσαρμογές των προγραμμάτων» να εστιάζονται σε αυτά τα γνωστικά αντικείμενα και μπορεί να εφαρμόζονται διαθεματικά στο γραπτό λόγο, στην ορθογραφία, στην ανάγνωση, στην ιστορία, στα μαθηματικά, στις φυσικές επιστήμες κ.α. Οι προσαρμογές πρέπει να ξεκινούν από την προσχολική ηλικία έτσι ώστε τα παιδιά να προετοιμαστούν όσο το δυνατόν πιο γρήγορα και με επάρκεια στις απαιτήσεις των επόμενων σχολικών βαθμίδων. Για το λόγο αυτό βέβαια θα πρέπει οι εκπαιδευτικοί όλων των βαθμίδων να αποκτήσουν την κατάλληλη κατάρτιση ώστε να διαχειριστούν τη συνεκπαίδευση μαθητών με και χωρίς μαθησιακά προβλήματα.

Η «Προσαρμογή του Αναλυτικού Προγράμματος για μαθητές με μαθησιακές δυσκολίες» της προσχολικής, πρωτοβάθμιας και δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης, πραγματοποιήθηκε στα πλαίσια της πράξης «Αναλυτικά Προγράμματα Μαθησιακών Δυσκολιών – Ενημέρωση – Ευαισθητοποίηση» του Ευρωπαϊκού Προγράμματος Ε.Π.Ε.Α.Ε.Κ. και το οποίο υλοποιήθηκε από το Παιδαγωγικό Ινστιτούτο (2005-07).

Το έργο αυτό αποτελεί ένα εγχείρημα για την υποστήριξη εκπαιδευτικών γενικής και ειδικής εκπαίδευσης στην αντιμετώπιση μαθητών με προβλήματα μάθησης στο πλαίσιο της ενταξιακής τους εκπαίδευσης είτε στο κοινό πρόγραμμα είτε στο εξατομικευμένο – εξειδικευμένο. Το έργο εκπονήθηκε στο πλαίσιο του ΕΠΕΑΕΚ Μέτρο 1.1 «Βελτίωση των συνθηκών ένταξης στο εκπαιδευτικό σύστημα ατόμων ειδικών κατηγοριών», Κατηγορία Πράξεων: «Πρωτογενής και δευτερογενής πρόληψη μαθησιακών προβλημάτων και προβλημάτων λόγου και ομιλίας στην προσχολική και τη σχολική ηλικία για όλα τα παιδιά» του Παιδαγωγικού Ινστιτούτου.

Το εκπαιδευτικό υλικό της «Προσαρμογής του Αναλυτικού Προγράμματος για μαθητές με μαθησιακές δυσκολίες» της προσχολικής, πρωτοβάθμιας και δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης, διατίθεται σε CD και έχει αναρτηθεί στην ιστοσελίδα του Τμήματος Ειδικής Αγωγής και Εκπαίδευσης του Παιδαγωγικού Ινστιτούτου:

http://www.pi-schools.gr/special_education_new/index_gr.htm

Βιβλιογραφία

Barbas, G., Birbili, M., Stagiopoulos, P., Tzivinikou, S. A pilot study of factors affecting the process of integration in Greek nursery schools, European Journal of Special Needs Education, Vol. 21, No. 2, pp. 271-226, May 2006.

Hammill, D.D., Leigh, J.E., Mcnutt, G., Larson S.C., A new definition of learning disabilities, In Journal of Learning Disabilities, 20, 107-113, Febr. 1987.

Kaplan, H.I., Sadock, B.J., Modern Synopsis of Comprehensive Textbook of Psychiatry, VI, William and Wilkins, Baltimore, 1985.

Μαρκοβίτης, M., Τζουριάδου, M., Μαθησιακές Δυσκολίες, Θεωρία και Πράξη, Προμηθεύς, Θεσσαλονίκη 1991.

Rutter, M. (Ed). Child and Adolescent Psychiatry, Modern Approaches, Bath Press, Great Britain, 1994.

Τζουριάδου, Μ., Παιδιά με Ειδικές Εκπαιδευτικές Ανάγκες, Μια ψυχο-παιδαγωγική προσέγγιση, Προμηθεύς, Θεσσαλονίκη 1995.