Κατηγορίες
στήλες

Η λέξη της εβδομάδας (εβδομάδα 46, 2014)

libri3 Ευκταίος, -α, -ο (λογ.)

αυτός τον οποίο εύχεται ή επιθυμεί κανείς : ~ λύση / τέρμα ΣΥΝ: επιθυμητός, ευπρόσδεκτος, ποθητός, ΑΝΤ.: απευκταίος, ανεπιθύμητος, – επίρρ.: ευκταίως (μτγν)

ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΑ: < αρχ. ἐυκταῖος < εὒχομαι

Γ. Μπαμπινιώτη, Λεξικό της νέας Ελληνικής γλώσσας, Β΄ έκδοση, Γ΄ ανατύπωση 2006 εμπλουτισμένη – σελίδα 690