Κατηγορίες
στήλες

Η λέξη της εβδομάδας (εβδομάδα 40, 2014)

libri3Μετακένωση (η) [1805] {-ης κ. -ώσεως | -ώσεις, -ώσεων}

.

1. (κυριολ.) η μεταφορά υγρού από ένα δοχείο σε άλλο ΣΥΝ. μετάγγιση

2. (συνήθως μτφ) η μετάδοση σε άλλο τόπο ή πρόσωπο ιδεών γνώσεων κλπ: η ~ της ανθρωπιστικής παιδείας στους Δυτικοευρωπαίους από τους Έλληνες. – μετακενώνω ρ.

[ΕΤΥΜ.: <μτγν. μετακενῶ (-όω) < μετά + κενῶ < κενός. Το ουσιαστικό πρωτοαπαντά στον Αδ. Κοραή. ]

.

Γ. Μπαμπινιώτη, Λεξικό της νέας Ελληνικής γλώσσας, Β΄ έκδοση, Γ΄ ανατύπωση 2006 εμπλουτισμένη – σελίδα 1082