Κατηγορίες
Χωρίς κατηγορία

Η λέξη της εβδομάδας (εβδομάδα 45, 2012)

Εκβιάζω
ρ. μτβ [αρχ] {εκβίασ-α (λογ. Εξεβίασα), -τηκα (λογ. -σθηκα), -μένος}
1.εξαναγκάζω με απειλή (κάποιον) σε πράξη ή παράλειψη, ασκώ εκβιασμό (βλ.λ.): έχοντας ενοχοποιητικά στοιχεία γι’ αυτόν, τον εκβίαζαν για να του αποσπούν χρήματα
2. (μτφ) προσπαθώ να επιτύχω κάτι με ανάρμοστο και πιεστικό τρόπο: με θεαματικό πέσιμο στη μικρή περιοχή ο παίχτης προσπάθησε να εκβιάσει πέναλτι από τον διαιτητή || με παρακάλια και υποσχέσεις προσπάθησε να εκβιάσει τη συγκατάθεση των υπολοίπων.
Γ. Μπαμπινιώτη, Λεξικό της νέας ελληνικής γλώσσας (β΄ έκδοση, γ΄ ανατύπωση 2006), σελίδα 566